Oi πέρδικες και τα τερτίπια τους I
Το ότι το κυνήγι της πέρδικας ήταν για τους παλιούς και είναι σήμερα και για τους νέους το πιο δύσκολο και ωραίο, το πιο έντεχνο και γοητευτικό, το πιο ελκυστικό δεν είναι καινούρια τοποθέτηση. Η αναγνώριση είναι παλιά όσο και το κυνήγι.
Και σήμερα ο άνθρωπος, θηρευτής κάθε απολαύσεως που παρέχεται από τη φύση, τεχνητής ή εφευρεμένης με αγωνιώδεις αναζητήσεις, επιδίδεται στο κυνήγι της πέρδικας, επειδή του αναγνωρίζει απολαύσματα δυνατού και συγκλονιστικού τόνου, που ολοκληρώνουν το πάθος-κυνήγι.
Υπήρξε εποχή που οι πέρδικες βοσκούσαν στα αλώνια του χωριού, κακάριζαν πίσω από τους φράχτες του νεκροταφείου, βοσκούσαν το απόγευμα στο αμπέλι του κυρ-Αξέχαστου. Τότε ο παππούς έπαιρνε το βροντάρι του και σε δέκα λεπτά το βροντούσε, τινάζονταν τα σκάγια στο χώμα μαζί με τα πούπουλα των περδικιών και σήκωνε από το έδαφος τρία πουλιά για την κατσαρόλα.
Σήμερα όμως αραίωσαν και εξαφανίστηκαν αυτά τα μπερεκέτια και οι αγελάδες, όχι μονάχα κατάντησαν «ισχνές» αλλά και τα κόκαλα τους κοντεύουν να διαλυθούν. Κάτι απ' αυτά γίνονται στην αρχή πριν ν' αρχίσει το κυνήγι ή στις αρχές του και στους τόπους του, τους απόμακρους, όπου διατηρούνται λίγες πέρδικες. Από τον Οκτώβρη όμως, η πέρδικα παίρνει τα ψηλώματα, δυναμώνουν και τα φετινάρια και γίνονται «βασιλείς των ορέων». Τότε οι πέρδικες κυνηγιούνται με την διαδικασία που είπα παραπάνω. Τότε και οι λατρευτές τους ανασκουμπώνονται για να τις κατακτήσουν με σκληρό και αδυσώπητο αγώνα που … «ου του παντός».
Η πέρδικα σήμερα, τολμώ να πω, ότι με το σκληρό, ανελέητο, απηνές κυνήγημα, ανέβασε την εμπειρία της και ύψωσε την φροντίδα διαφυγής της προκρίνοντας, μεταξύ του φτερού και ποδαριού της, το δεύτερο. Περπατάει μπροστά από τον σκύλο σου και την ακολουθεί αυτός 200 μέτρα και αυτή δεν εννοεί να πετάξει και θα σε ξεθεώσει ακολουθώντας της ως το σφιχτό καταφύγι της ή στην απότομη πλαγιά και απ' εκεί θα πετάξει, για να μη σου δώσει το στόχο της.
Η διαφυγή αυτή της πέρδικας είναι ένα από τα σημαντικότερα προσόντα της. Και η μπεκάτσα και ο λαγός και το τρυγόνι έχουν την έννοια και την τέχνη αυτή, όμως η πέρδικα είναι αμίμητη, διότι τη διαφυγή αυτή τη συνδυάζει και με δυο άλλα στρατηγήματα, ενισχυτικά του πρώτου.
Δεν τινάζεται ξιπασμένη σαν την μπεκάτσα από τη θέση της, οπότε και θα φανέρωνε τη θέση της με τον βρόντο των φτερών της και δεν θα της ήταν εύκολο να διαλέξει, με το ξαφνικό αυτό πέταμα, το προπέτασμά της, παρά κάνει λίγα βηματάκια μέσα στους γνωστούς της διαδρόμους, διαλέγει τη βαλβίδα εκτινάξεώς της, βάζοντας πίσω της το προπέτασμα και πετά.
Το πέταγμα διαφυγής της, το κανονίζει κατά την περίσταση. Ή είναι σιγανό, αθόρυβο και πονηρό, ή το κάνει τρανταχτερό και ορμητικό -μεγάλης ταχύτητας- για να τρομάξει τους διώκτες της.
Εννοείται οι τρόποι αυτοί διαφυγής της δεν είναι και οι μοναδικοί. Η πέρδικα, όπως είπα και αλλού, έχει πεποίθηση στα πόδια της και όχι στα φτερά της. Τα φτερά την προδίδουν, τα πόδια την καλύπτουν.
Χρησιμοποιεί περισσότερο τα πόδια για τη διαφυγή της και την απομάκρυνσή της από τα ενοχλήματα των σκύλων και κυνηγών ή των ξοχάρηδων που δουλεύουν εκεί κοντά της. Κρίνει με πολλή γνώση και ζυγίζει τους ενοχλητικούς από τους επικίνδυνους. Για τους πρώτους, το πόδι της λειτουργεί, για τους δεύτερους πόδι και φτερό αναλόγως.
Αυτός είναι ο λόγος που οι κυνηγοί γνωρίζουν περισσότερο την πέρδικα, παρά οι ξοχάρηδες που ζούνε κοντά της. Αυτοί την βλέπουν περπατάμενη στο νερό, στους δρόμους, στα κατσάβραχα και την ακούνε και δεν μπορούν έτσι να εκτιμήσουν τον αριθμό του κοπαδιού, ενώ οι κυνηγοί με μια δυο φορές που θα κυνηγήσουν καλά τα περδικοτόπια και θ' αναγκάσουν τα κοπάδια να ξετιναχτούν, έχουν τη δυνατότητα να εκτιμήσουν τον αριθμό των ατόμων του κοπαδιού ή κοπαδιών ορισμένων περδικότοπων.
Στα καλά καθούμενα δεν πετάει η πέρδικα. Ζόρισμα θέλει. Υπάρχουν όμως και περιπτώσεις που δίχως ζόρισμα πετάει το κοπάδι και προδίδεται: Όταν το νερό είναι μακριά από το καταφύγιο της πέρδικας και είναι χαμηλά, στη ρεματιά, οι πέρδικες δεν κατεβαίνουν περπατιστά στο νερό, παρά πετάει όλο το κοπάδι προς τη ρεματιά δίχως κρότους και φασαρίες. Ποιος δίνει το σύνθημα για την ταυτόχρονη και οργανωμένη αυτή κάθοδο, άγνωστο είναι.
“Υπάρχει, λένε, αρχηγός υπάρχει συνεννόηση μεταξύ τους, έχουν γλώσσα τα ζώα που εμείς δεν καταλαβαίνουμε”. Όταν το περδικοτόπι είναι φτωχό σε τροφή και άβολο για περπάτημα ή όταν υπάρχει ένα μακρινό χωράφι, τριφύλλι, αμπέλι, από τον περδικότοπο, το κοπάδι, ορισμένη ώρα και θαρρείς τυποποιημένα, εξορμά πετούμενα προς το χώρο της βοσκής, προσγειώνεται και βόσκει βουβά και ζαρωμένα. Η επιστροφή όμως γίνεται συνήθως, περπατιστά, όταν υπάρχει χρόνος για σεργιάνι και για βοσκή άλλων φαγώσιμων. Αλλιώς πάλι το κοπάδι πετάει ομαδικά προς το καταφύγιο, κάνοντας και σταθμούς, γιατί οι πέρδικες προς την ανηφοριά μόνο σε μεγάλα ζόρια πετούν .
Επίσης έχει την ικανότητα και τον τρόπο να αναρριχηθεί σε απότομες βραχώδεις πλαγιές χωρίς να πετάξει όσο ολισθηρό και να είναι το πετρώδες έδαφος.
Ειδικά αυτό τον τρόπο τον χρησιμοποιεί όταν πιέζεται από κάποιο κίνδυνο και δεν θέλει να πετάξει αλλά να απομακρυνθεί αθόρυβα .
Σε πολλούς από εμάς που κυνηγούν την πέρδικα έχει τύχη ενώ τις ακούσαμε δίπλα μας , μπορεί να είδαμε και κάποια από αυτές , όταν φτάσαμε εκεί και τις ψάξαμε οι πέρδικες να έχουν γίνει άφαντες και ενώ ο σκύλος μας δείχνει ότι όντας ήταν εδώ προ λίγο να μην μπορούμε να τις εντοπίσουμε με τίποτε εκεί γύρω και ενώ είμαστε σίγουροι ότι δεν τις είδαμε να φεύγουν πετώντας για κάπου αλλού…
Για αυτό το αντίμετρο των περδίκων υπάρχουν αρκετές εξηγήσεις , μία από αυτές που νομίζω ότι δεν είναι γνωστή στους πολλούς περδικοκυνηγούς και ιδιαίτερα στους νεότερους και είναι αυτή που ακολουθέι :
ΓΡΑΦΗΜΑ Α
Από αριστερά προς τα δεξιά βλέπουμε πώς κινείται μία πέρδικα ανάλογα την κλίση του εδάφους.
Βλέπουμε λοιπόν από αριστερά προς τα δεξιά τη κίνηση μία πέρδικας (γραφικά) σε διάφορες κλίσεις του εδάφους, από 60ο - 70ο – 80ο και ακόμη και 90ο. Τα βέλη αντιπροσωπεύουν την κατεύθυνση και το μέγεθος της μέγιστης δύναμης αντίδρασης του εδάφους που προκύπτει από την δύναμη των άκρων της πέρδικας που πιέζουν το έδαφος .
Το πουλί πιέζει προς τα κάτω και δίνει κλίση στο σώμα της για να εξισορροπήσει την δύναμη του εδάφους και στις πολύ μεγάλες κλίσεις χρησιμοποιεί και τα φτερά του ώστε να μπορέσει να αναρριχηθεί ακόμη και σε κλίσεις 90ο . Έτσι τα κάτω άκρα ασκούν μεγαλύτερη δύναμη από αυτή που ασκεί αντίθετα το έδαφος και το πουλί μπορεί να κινηθεί προς τα πάνω τρέχοντας μάλιστα ..
Με αυτό τον τρόπο οι πέρδικες μπορούν να ανεβαίνουν σχεδόν όπου θέλουν και μάλιστα χωρίς να πετάξουν διαφεύγοντας έτσι από τους εχθρούς τους γρήγορα και αθόρυβα .
Μία ακόμη καλύτερη εξήγηση δίνεται από το γράφημα Β .
Γράφημα Β
Αυτό περιλαμβάνει ηλικιακά τις πέρδικες από νεοσσούς μέχρι 50 ημερών που σχεδόν έχουν αναπτύξει κανονικό πτέρωμα , εννοείται ότι τα ενήλικα πουλιά δεν έχουν κανένα πρόβλημα για να κάνουν το ίδιο , απλά η μελέτη έγινε στα νεότερα πουλιά τα οποία στην πιο μικρή τους ηλικία δεν μπορούν να πατάξουν κανονικά όπως εξηγεί και το γράφημα .
Στο πρώτο σχήμα του Γραφήματος Β το Α
Η σκιασμένη περιοχή δείχνει την κλίση του εδάφους όπου τα πουλιά δεν χρησιμοποιούν σαν βοήθεια στην αναρρίχηση τα φτερά τους και όπως βλέπεται η μέγιστη κλίση αυτής της περιοχής είναι το όριο των 40o-45ο .
Μετά από αυτό το όριο αρχίζουν να χρησιμοποιούν τα φτερά τους σαν βοήθεια.
Το μπλε τετραγωνάκι δείχνει την δύναμη των φτερών που χρειάζεται για την αναρρίχηση όσο αυξάνεται η κλίση τους εδάφους
Στο δεύτερο σχήμα του Γραφήματος Β το Β
Το πρώτο κομμάτι με τα τετραγωνάκια πλήρως χρωματισμένα μπλε είναι η κίνηση από πουλιά με πλήρες πτέρωμα που φτάνουν να αναρριχούνται και σε πάνω από 90ο με την βοήθεια των φτερών τους .
Τα πράσινα τετραγωνάκια πλήρως χρωματισμένα μπλε είναι η κίνηση από πουλιά με αρκετό πτέρωμα περίπου 50 ημερών
Τα τετραγωνάκια πλήρως χρωματισμένα κόκκινα είναι η κίνηση από νεοσσούς λίγων ημερών
Το ίδιο και με τα τετραγωνάκια όχι πλήρως χρωματισμένα με την διαφορά ότι εδώ το έδαφος ήταν πολύ πιο λείο .
Τα πειράματα απέδειξαν ότι τα πουλιά μετά από είκοσι μέρες από την εκκόλαψη τους με το αντίστοιχο πτέρωμα ήταν σχεδόν ικανά για σχεδόν κάθετη αναρρίχηsη.
Η έρευνα πραγματοποιήθηκε με πέρδικες Alectoris chukar αλλά ισχύει και για τα άλλα είδη του είδους Alectoris.
Το κυνήγι της πέρδικας, για όλα τα παραπάνω, όπως γίνεται εύκολα αντιληπτό, είναι από τις δυσκολότερες κυνηγετικές «αποστολές» τόσο για τον κυνηγό όσο και για τον συνεργάτη του, τον σκύλο.
Διαμόρφωση : gpeppas
ΠΗΓΕΣ :
Αγγελος Ποιμενίδης
The Flight
Κυνήγι στην Ελλάδα και όχι μόνο