Welcome in Greece Welcome in Greece

 

ΑρχικήInitial ΠίσωBack ΠίσωΚορακοειδή

καρακάξα (Pica pica)

Μελέτη των κορακοειδών στην Ελλάδα


Τα κορακοειδή στην Ελλάδα .....     Κορακοειδή οι παμφάγοι άρπαγες της εποχής μας ..... Το πρόβλημα της υπερβολικής αύξησης των κορακοειδών για την άγρια πανίδα .....


Ευστάθιος Π Τσαλαχίδης
Αν. Καθηγητής Δ.Π.Θ
Τμ. Δασολογίας και Διαχείρισης Περιβάλλοντος και Φυσικών Πόρων

Ta κορακοειδή ανήκουν στην Τάξη των στρουθιομόρφων (Paseriformes) και στην οικογένεια κορακίδες (Corvidae).
Η οικογένεια περιλαμβάνει πάρα πολλά είδη που έχουν παγκόσμια εξάπλωση.
Στην Ελλάδα έχουν ευρεία κατανομή τα παρακάτω είδη της οικογένειας αυτής: χαβαρόνι (Corvus lugilepus), κόρακας (Corvus coeax), μαυροκουρούνα (Corvus corone corone ), σταχτοκουρούνα (Corvus corone cornix), κάργα (Corvus monedula ), καρακάξα (Pica pica), κίσσα η βαλανιδοφάγος ή κίσσα (Garrulus gladarius), κοκκινοκαλιακούδα (Pyrrhocorax pyrrrhocorax) και καρυδοσπάστης

σταχτοκουρούνα (Corvus corone cornix) χαβαρόνι (Corvus lugilepus) Τα κΰρια μορφολογικά χαρακτηριστικά των περισσοτέρων ειδών που απαντώνται στην Ελλάδα, είναι: ο σκούρος χρωματισμός του πτερώματος, η μακριά ουρά, οι μεγάλες φτερούγες και το μακρύ και ισχυρό ράμφος. Τα είδη δεν εμφανίζουν φυλετικό διμορφισμό ως προς το μέγεθος και τον χρωματισμό (τα δύο φύλα είναι όμοια) και έτσι είναι δύσκολη η διάκριση τους.
Η οικογένεια περιλαμβάνει πτηνά μεγάλου και μέσου μεγέθους, από 20 - 60αη.
Τα περισσότερα είδη ζουν σε ανοικτές περιοχές, κοντά σε γεωργικές εκτάσεις. Είναι παμφάγα και το διαιτολόγιο τους περιλαμβάνει μεγάλο εύρος ειδών λείας, τόσο φυτικής, όσο και ζωικής προέλευσης.
Αυτή η τροφική συμπεριφορά συμβάλλει στην επιβίωση των ειδών, διότι λόγω του μεγάλου τροφικού φάσματος δεν έχουν κανένα πρόβλημα ως προς τους πόρους διατροφής, που παίζουν καθοριστικό ρόλο στην επιτυχία της αναπαραγωγής και στην αύξηση του πληθυσμού τους.

Ο πληθυσμός τους είναι πολΰ μεγάλος και μάλιστα κατά τα τελευταία χρόνια έχει αυξηθεί πάρα πολΰ, με αποτέλεσμα ορισμένα από τα είδη της οικογένειας αυτής που έχουν πολύ μεγάλους πληθυσμούς, να θεωρούνται επιβλαβή, διότι προκαλοΰν σημαντικές ζημιές τόσο στη γεωργία, καταναλώνοντας μεγάλες ποσότητες δημητριακών (σιτάρι, καλαμπόκι, κ.ά), όσο και στην θηραματοπανίδα, διότι τρώνε αυγά και νεοσσοΰς θηραμάτων. Πριν από λίγα χρόνια ορισμένα είδη της οικογένειας ήταν επικηρυγμένα (καρακάξα, κάργα, σταχτοκουροΰνα).

Τα είδη που ζουν ως επί το πλείστον σε χαμηλές περιοχές και κυρίως κοντά σε γεωργικές εκτάσεις, όπως: μαυροκουροΰνα, σταχτοκουροΰνα, κάργα και καρακάξα είναι πολΰ κοινά είδη, δεν υπόκεινται σε καθεστώς προστασίας και θεωροΰνται επιβλαβή λόγω του μεγάλου πληθυσμού και της τροφικής συμπεριφορά τους, ενώ τα είδη: κοκκινοκαλιακοΰδα, χαβαρόνι και κόρακας, προστατεύονται και δεν επιτρέπεται η θήρευσή τους. Τα υπόλοιπα είδη, όπως: η κίσσα ή κίσσα η βαλανιδοφάγος και καρυδοσπάστης ζουν σε ορεινές περιοχές, οι πληθυσμοί τους είναι μικροί και δεν θεωρούνται επιβλαβή.
Με βάση την βλαπτική συμπεριφορά των ειδών και για να τεκμηριωθεί η βλαπτικότητα τους, το Εργαστήριο Οικολογίας και Διαχείρισης θηραμάτων του Τμήματος Δασολογίας και Διαχείρισης Περιβάλλοντος και Φυσικών Πόρων, του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης, σε συνεργασία με την ΣΤ' Κυνηγετική Ομοσπονδία Μακεδονίας και Θράκης και τους κυνηγετικούς Συλλόγους αυτής, έχει σε εξέλιξη ένα πρόγραμμα ελέγχου και μελέτης της τροφικής συμπεριφοράς των παραπάνω ειδών.

κάργα (Corvus monedula ) κίσσα η βαλανιδοφάγος ή κίσσα (Garrulus gladarius) Το πρόγραμμα, είναι διάρκειας τριών (3) ετών, εκ των οποίων τα δυο (2) έτη αφορούν τη συλλογή των υπαίθριων στοιχείων και το υπόλοιπο διάστημα αφορά την επεξεργασία και ανάλυση των βιολογικών δειγμάτων και την σύνταξη του τελικού παραδοτέου.
Η έρευνα θα πραγματοποιηθεί σε περιοχές των νομών της Κεντρικής Μακεδονίας και Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης, κυρίως σε περιοχές όπου υπάρχει επαρκής πληθυσμός πεδινής πέρδικας (Perdix perdix).
Ειδικότερα, θα μελετηθούν, το διαιτολόγιο και η διαχρονική τροφική συμπεριφορά των ειδών. Επίσης, θα γίνει αναγνώριση του φύλου με βάση την επισκόπηση των γονάδων (διάνοιξη θώρακα και αναγνώριση των γονάδων - φύλου), καθόσον τα υπό μελέτη είδη δεν παρουσιάζουν φυλετικό διμορφισμό και στη συνέχεια, θα πραγματοποιηθούν μορφομετρικές μετρήσεις, που αφοροΰν το βάρος, το ολικό μήκος σώματος, το μήκος ράμφους, ταρσού, κεφαλής (κρανίο+ράμφος) και της φτερούγας.

Έρευνα αυτής της μορφής, επιχειρείται για πρώτη φορά στη χώρα μας και έχει μεγάλο ενδιαφέρον προκειμένου να διαπιστωθεί η επίδραση των ειδών της παραπάνω οικογένειας στην πτηνοπανίδα και ιδιαίτερα στο είδος Perdix perdix (πεδινή πέρδικα), που απαντάται σε ικανοποιητικούς πληθυσμούς στην ευρύτερη περιοχή της Θεσσαλονίκης και άλλων νομών (Tsachalidis 2005).

Σχετικές εργασίες με τα υπό μελέτη είδη δεν έχουν πραγματοποιηθεί μέχρι σήμερα στη χώρα μας. Μελέτες σχετικές με το διαιτολόγιο και την τροφική συμπεριφορά και τα σωματομετρικά στοιχεία έχουν πραγματοποιηθεί μόνο για το ευρωπαϊκό ορτύκι (Τsachalidis 2004),.
Στο διεθνή χώρο εργασίες, που έχουν σχέση με το διαιτολόγιο και την τροφική συμπεριφορά των υπό μελέτη ειδών της οικογένειας Corvidae, έχουν πραγματοποιηθεί πολΰ λίγες (Lockie 1956, Ηοlyoak 1968, Birkhead1 1991, Μadge Soer et al 1993 Hilary 1994,). Επίσης, σχετικές με τις μορφομετρικές μετρήσεις και το φυλετικό διμορφισμό είναι οι εργασίες που πραγματοποίησαν οι (Koijberg and Van Eerden 1985, Βerart et al 1995, Glahn and Mc Coy 1995, Gruicking et al 2004, Lo Valvo 2001, Albertsen et al . 2002, Wysocki 2002, Genovart et al 2003).

Pyrrhocorax graculus



κοκκινοκαλιακοΰδα (Pyrrhocorax pyrrhocorax ) Η συλλογή των υπαίθριων στοιχείων θα πραγματοποιηθεί με εθελοντική προσφορά κυνηγών, μελών των Κυνηγετικών Συλλόγων της ΣΤ' Κυνηγετικής Ομοσπονδίας Μακεδονίας και Θράκης.
Η θήρευση των ειδών θα πραγματοποιηθεί σε όλη τη διάρκεια των ετών 2005 και 2006, με βάση ειδικής άδειας θήρευσης του Υπουργείου Γεωργίας και Τροφίμων. Τα αποτελέσματα ενδιαφέρουν άμεσα και το Υπουργείο.
Για τη λήψη των στοιχείων της τροφικής συμπεριφοράς, θα καταγραφούν σε ειδικό φύλλο, η περιοχή θήρευσης, η ημερομηνία, η ώρα, οι καιρικές συνθήκες και το ενδιαιτημάτων θηρευομένων ειδών. Το κάθε δείγμα (πτηνό) θα είναι εφοδιασμένο με πληροφορίες σχετικές με την ημερομηνία, τον τόπο συλλογής καθώς και με σύντομα σχόλια, απαραίτητα για την περιγραφή και αξιολόγηση του ενδιαιτήματος.

Από κάθε δείγμα θα αφαιρεθεί το στομάχι το οποίο θα αριθμηθεί. Τα βιολογικά δείγματα θα τοποθετηθούν στην κατάψυξη (-20°(ϋ) για περαιτέρω ανάλυση. Για την έρευνα αυτή εκτιμάται ότι κατά μήνα θα απαιτηθούν τουλάχιστον 25 στομάχια για κάθε είδος και συνολικά και για τα τέσσερα (4) είδη, σε ετήσια βάση, 1200 δείγματα και με την ολοκλήρωση του Προγράμματος 2400 δείγματα.

Τα βιολογικά δείγματα με την επίβλεψη του υπεύθυνου Καθηγητή θα τα επεξεργασθούν Φοιτητές του Τμήματος Δασολογίας και Διαχείρισης Περιβάλλοντος και Φυσικών Πόρων του Δ.Π.Θ.
Αυτό αποτελεί μέρος της εκπαιδευτικής διαδικασίας του Τμήματος (Σεμιναριακές ή Πτυχιακές εργασίες). Η παρουσίαση των αποτελεσμάτων θα γίνει με βάση την απόλυτη και σχετική συχνότητα εμφάνισης των ειδών της τροφής που βρέθηκαν στα στομάχια των ειδών.

Σκοπός της εργασίας αυτής είναι να μελετηθεί η σύνθεση του διαιτολογίου και η διαχρονική τροφική συμπεριφορά των προς μελέτη ειδών της οικογένειας Corvidae σε περιοχές των νομών της κεντρικής Μακεδονίας.
Από τα αποτελέσματα της έρευνας αυτής θα διαπιστωθεί κατά πόσο τα είδη αυτά επιδρούν στην πτηνοπανίδα και ειδικότερα στην πεδινή πέρδικα.
Επίσης από την επεξεργασία των σωματομετρικών στοιχείων και σε συνδυασμό με την αναγνώριση του φύλου, θα διερευνηθεί κατά πόσο είναι δυνατόν να υπάρχει σχέση μεταξύ αυτών και να εξαχθεί η σχετική καμπύλη (εξίσωση). Επίσης, θα διερευνηθεί κατά πόσο τα αποτελέσματα των μορφομετρικων μετρήσεων είναι δυνατόν να συμβάλλουν στον προσδιορισμό του φύλου.

Έρευνες αυτής της μορφής αποτελούν σημαντικό εργαλείο διαχείρισης διότι με βάση τα αποτελέσματα θα προταθούν διαχειριστικά μέτρα που θα συμβάλλουν στη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης και στην προστασία και αύξηση των πληθυσμών διαφόρων θηραμάτων και γενικότερα της πανίδας


ΕΠΑΝΩ-UP