
Η ζέστη είχε αρχίσει να γίνεται αισθητή, καθώς ο ήλιος ανέβαινε όλο και ψηλότερα στο στερέωμα. Από νωρίς είχα πιάσει το μονοπάτι που 'κοβε έως επάνω τις απροσπέλαστες πυκνοβατσινές, με την ελπίδα ν' ανταμώσω τις πέρδικες στην τοποθεσία της κατακόρυφης περασιάς.
Ο σκύλος μου έδειχνε αρκετά ανήσυχος και πότε πότε ξέδινε με τα αραιά του γλαφουνίσματα, που αντηχούσαν ως τις αντίπερα απόμακρες δασωμένες βουνοπλαγιές.
Ήταν ένα θαυμάσιο φθινοπωρινό πρωινό, με τον απαλό αέρα που άγγιζε σαν χάδι, σκορπίζοντας ολόγυρα τις μυρωδιές του πεύκου και του θυμαριού.
Και όσο ανηφόριζα και πλησίαζα προς την άκρη του μονοπατιού, τόσο και λαχτάριζα περισσότερο από αγωνία.
Κάποια στιγμή, όμως, εκεί που 'βγαζα την περασιά μιας δύσβατης και απότομης ισιάδας, κάποιος ήχος ασυνήθιστος χτύπησε στ' αυτιά μου, από το διπλανό κατάφυτο λόφο. Κάτι που έμοιαζε, θα 'λεγα, μ' ανθρώπινη φωνή. Κοντοστάθηκα τότε, και γέρνοντας το κεφάλι προσπάθησα να αφουγκραστώ.
Προτού προλάβω όμως, ξανακούσθηκε ξεκάθαρη τούτη τη φορά και δυνατή.
—Νίκοοο... άμα σε καλό σου, δεν θες να μαζέψεις πέρδικες.
Ξαφνιασμένος τότε, χωρίς να 'χω σχέση με το πρόσωπο που καλούσαν, έστρεψα το βλέμμα και κοίταξα περίεργα και ερευνητικά, προς την πλευρά του λόφου.
Πράγματι, σε κάποια γωνιά της πλαγιάς, κάτω από τη σκιά μιας αγριοαχλαδιάς, έστεκε καθισμένο ένα άτομο που ' μοιάζε περισσότερο με
ντόπιο της περιοχής, και εστοίβαζε τις χτυπημένες πέρδικες που 'χε κρατήσει.
Βλέποντας με όμως έτσι να τον χαζεύω από ψηλά, ανασηκώθηκε κάπως, και ύστερα υψώνοντας με το 'να χέρι επιδεικτικά μια από τις πέρδικες που 'χε, φώναξε χαμογελαστά.
Ε, ρε πατριωτάκι... τι παιδεύεσαι άδικα, και για σένα έχει... Είναι πολλές
μαζωμένες κει πάνω στην κορυφή, δεξιά του βράχου, βοσκούνε σαν τα κοτόπουλα.
—Τι λέει ετούτος; μονολόγησα. Είναι δυνατόν;
Έμεινα για λίγο σκετικός, όταν έξαφνα μου 'ρθε κάποια σκέψη, που με τάραξε σύγκορμα.
Θυμήθηκα αμέσως τις κουβέντες που 'χαν γίνει προ ημερών στο σύλλογο για τα πουλιά που ήτανε ν' αφήσουν ελεύθερα, σε τούτους τους τόπους, και μ' έλουσε κρύος ιδρώτας.
—Ω, Θεέ μου, μονολόγησα, τι κακό είναι ετούτο με δαύτους τους ανθρώπους...
Κάλεσα αμέσως το σκύλο μου, τον έδεσα με χίλια δυο, στο διπλανό δέντρο, και ανοίγοντας μετά το βήμα, πλησίασα χωρίς να καταλάβω πώς, το βράχο της κορυφής.
Το θέαμα που αντίκρισα ήτανε πράγματι συγκινητικό.
Ένα κοπάδι από πετροπέρδικες βοσκάνε αμέριμνες, ανάμεσα στα αμμοχάλικα των βράχων και τις πρασινάδες.
Ήτανε τόσο ήμερες, που ούτε καν νοιάστηκαν για την παρουσία μου.
Στήριξα το όπλο μου πάνω στο βράχο, και κάθισα πάνω στο γρασίδι, με τα πόδια σταυρωτά.
Χάζευα, χάζευα με τις ώρες τούτο το θέαμα, τούτα τα όμορφα πουλιά, και αναλογιζόμουν την τύχη που θα τα ' βρίσκε.
Τα βήματα όμως που σε κάποια στιγμή ακούσθηκαν μέσα από το πέτρινο μονοπάτι, μου διέκοψαν το συλλογισμό. Γύρισα τότε και κοίταξα προς την πλευρά που ' φέρνε το μονοπάτι εκείνο.
Ένα παλικάρι σε λίγο ξεπρόβαλε πίσω από το βράχο, με το τουφέκι πανέτοιμο. Ξαφνιάστηκε όταν με είδε, και σιγοστάθηκε.
—Θα 'σαι ο Νίκος... έτσι δεν είναι, παιδί μου; ρώτησα.
—Ναι, μου αποκρίθηκε, και πλησίασε περισσότερο με κάποια αμηχανία.
—Ασφάλισε το τουφέκι σου, του 'πα, σε τόνο κάπως επιτακτικό. Άφησε το κει παρά δίπλα, που ' ναι και το δικό μου και κάθισε σε τούτη δω την πέτρα.
Ο νεαρός τα 'χασε προς στιγμή και με ξανακοίταξε από επάνω έως κάτω. Τελικά συμμορφώθηκε, γιατί φάνηκε να 'ναι καλό παιδί, μολονότι λιγουρεύονταν συνεχώς τις πέρδικες που έβοσκαν παραδίπλα.
—
Τούτα τα πουλιά, του είπα, είναι περισσότερο ήμερα και από τα κοτόπουλα που ' χουν οι ντόπιοι στα σπίτια τους.
Τα ' χει αγοράσει ο σύλλογος από τα εκτροφεία και τα 'χει ελευθερώσει, σε τούτους τους τόπους, για να αγριέψουν, να συνηθίσουν, και να πολλαπλασιασθούν μέσα σε τούτο το περιβάλλον.
Είναι κρίμα λοιπόν να τα αφανίζουμε εμείς, και μάλιστα στο κρίσιμο αυτό στάδιο της ήμερης διαβίωσης τους. Για να μην πω ότι είναι και εντελώς αντιαθλητικό. Βλέπεις, ο τόπος μας έχει ρημάξει πλέον. Θηράματα πού και πού
συναντά κανείς.
Οι λόγοι και τα αίτια, καθώς γνωρίζεις, είναι αναρίθμητα. Λοιπόν, τι το ωραιότερο υπάρχει από την ωφέλιμη και ευγενή αυτή προσπάθεια, που μοναδικός της σκοπός είναι ο εμπλουτισμός των κυνηγότοπων με θηράματα του είδους αυτού;
Έχουμε επομένως υποχρέωση όλοι μας να τα προστατεύουμε, για να ξεπεράσουν τούτο το επικίνδυνο στάδιο της διαβίωσης τους. Ωστε κάποτε ολοκληρωμένα και υγιή να κατακλύσουν τις ρεματιές και τις πανέμορφες βουνοπλαγιές. Έχω γίνει αντιληπτός παιδί μου;
Ο νεαρός με κοίταξε για λίγο κατάματα, σκεφτικός, και μετά κουνώντας το κεφάλι του, είπε:
Έχετε δίκιο, κύριε.
Υστερα ανασηκώθηκε, πήρε το τουφέκι του, και αφού με χαιρέτησε, έπιασε μουδιασμένα την κατηφοριά.
Κυνήγι στο τόπο μας
Κώστας Αμπατζόγλου
ΕΠΑΝΩ
© Giorgio Peppas
|