Welcome in Greece Welcome in Greece

 

Welcome in Greece




ΑρχικήInitial ΠίσωBack

ΑΝΘΡΩΠΟΣ : Ένας ξεχωριστός υπερθηρευτής ....

.


Δεν χωρεί αμφιβολία ότι ο άνθρωπος αποτελεί έναν υπερθηρευτή.
Κυριαρχεί σε όλες τις τροφικές αλυσίδες του πλανήτη και δεν φοβάται κανέναν άλλον θηρευτή (με σπάνιες εξαιρέσεις το να έλθει αντιμέτωπος με μια τίγρη ή έναν καρχαρία). Οι συνέπειες της παρουσίας του στα οικοσυστήματα όμως  ξεφεύγουν από αυτές ενός συνηθισμένου υπερθηρευτή. Κατ' αρχάς ο άνθρωπος τείνει να υπερεκμεταλλεύεται τη λεία του. Και αντίθετα από τους άλλους θηρευτές, δεν είναι εξαρτημένος από αυτή τη λεία. Ετσι μπορεί να επιβιώνει ακόμη και αν οδηγεί τη λεία του σε εξαφάνιση. Τέλος, μέσω της ρύπανσης, της αστικοποίησης, της αποψίλωσης, η επίδραση του ανθρώπου στα οικοσυστήματα έχει πολλές παραμέτρους.

Το πώς θα μετρήσουμε όμως την ανθρώπινη επίδραση στα οικοσυστήματα είναι ένα τεράστιο θέμα. Οπως επεσήμανε μιλώντας στο «ΒΗΜΑScience» ο Σπύρος Σφενδουράκης, αναπληρωτής καθηγητής Οικολογίας στο Πανεπιστήμιο της Κύπρου, «θα πρέπει κανείς να έχει συνεχώς στον νου του το εύρος σε χρόνο και χώρο των οικολογικών μελετών που εκπονεί αλλά και πώς τοποθετεί τον άνθρωπο στο οικοσύστημα. Το να εξετάσουμε σήμερα ένα οικοσύστημα και έπειτα από 20 χρόνια να διαπιστώσουμε μια απώλεια ενός είδους ή μια αύξηση των αριθμών ενός άλλου δεν μας λέει και πολλά. Τα ευρήματά μας δεν θα απεικονίζουν παρά δύο μικρές στιγμές αυτού του οικοσυστήματος. Τα οικοσυστήματα δεν βρίσκονται σε σταθερή κατάσταση αλλά είναι σε διαρκή εναλλαγή και ο άνθρωπος είναι μέρος των οικοσυστημάτων. Η φύση δεν νοιάζεται για την απώλεια κανενός, είτε πρόκειται για υπερθηρευτή είτε για παραγωγό. Στη διάρκεια της ιστορίας της έχουν εξαφανιστεί άπειρα είδη. Ο άνθρωπος, όμως, ο οποίος σε πολλές περιπτώσεις έχει αντικαταστήσει άλλους υπερθηρευτές, είναι ο μόνος μεταξύ αυτών που μπορεί να σχεδιάσει το είδος της επίδρασης που θέλει να έχει σε ένα οικοσύστημα και να λάβει μέτρα για να πετύχει συγκεκριμένο αποτέλεσμα».

Τι θα ήταν η αφρικανική σαβάνα χωρίς το λιοντάρι της; Τι θα ήταν το δάσος της Πίνδου χωρίς την αρκούδα; Τι θα ήταν ο ωκεανός χωρίς τους καρχαρίες ή τις φάλαινές του; Αυτά τα ερωτήματα απασχολούν τους ερευνητές που διαπιστώνουν ότι τα οικοσυστήματα μπορεί όντως να βασίζονται στους πρωτογενείς παραγωγούς (δηλαδή στα φυτά που βρίσκονται στη βάση της τροφικής πυραμίδας και είναι αυτότροφα), αλλά ταυτόχρονα φαίνεται ότι η ισορροπία τους κρέμεται από την παρουσία των κορυφαίων θηρευτών.  Ευρήματα της τελευταίας δεκαετίας έχουν καταστήσει σαφές ότι η απώλεια των μεγάλων σαρκοβόρων κάνει τα οικοσυστήματα να τρίζουν συθέμελα καθώς αλλάζει τους συσχετισμούς δυνάμεων με απρόβλεπτο τρόπο. Όχι μόνο επηρεάζει ανεξέλεγκτα τους πληθυσμούς των υπολοίπων ζώων - οι οποίοι άλλοτε εκτινάσσονται και άλλοτε συρρικνώνονται - αλλά αλλάζει και τη συμπεριφορά τους με συνέπειες που δεν είναι δυνατόν να προβλεφθούν.

Αλλά και οι επιστήμονες φαίνεται ότι δεν έχουν εκτιμήσει επακριβώς τη σημασία της απώλειας των μεγάλων θηρευτών. Εν μέρει αυτό είναι φυσικό. «Τα οικοσυστήματα δεν βρίσκονται σε σταθερή κατάσταση, αλλά είναι σε διαρκή ροή. Στη διάρκεια της ιστορίας της Γης έχουν εξαφανιστεί άπειρα είδη, μεταξύ των οποίων και μεγάλοι θηρευτές» σημείωσε μιλώντας στο ΒΗΜΑScience ο κ. Σπύρος Σφενδουράκης, αναπληρωτής καθηγητής Οικολογίας στο Πανεπιστήμιο της Κύπρου και προσέθεσε: «Το πώς θα αντιδράσει ένα οικοσύστημα μετά την απώλεια ενός είδους και δη μεγάλου θηρευτή εξαρτάται από πολλούς παράγοντες και δεν είναι εύκολο να προβλεφθεί».

Είχαν υπερτιμηθεί τα κάτω «πατώματα»

Φυσικά οι επιστήμονες γνώριζαν ότι η «έξοδος» ενός ζώου από την τροφική αλυσίδα δίνει χώρο σε άλλα να αναπτυχθούν. Είχαν όμως συνηθίσει στην ιδέα ότι οι τροφικές πυραμίδες απειλούνται όταν εξαφανίζονται τα κάτω «πατώματα», εκείνα που συντηρούν τα παραπάνω. Αν το σκεφτεί κάποιος αυτό δεν είναι παράλογο. Πάρτε για παράδειγμα ένα δασικό οικοσύστημα: στη βάση της πυραμίδας βρίσκονται οι οργανισμοί που οι επιστήμονες ονομάζουν πρωτογενείς παραγωγούς. Πρόκειται για τα δένδρα, τους θάμνους, τις φτέρες, αλλά ακόμη και για τα βρύα που αναπτύσσονται πάνω στους κορμούς των δένδρων. Με άλλα λόγια, στους πρωτογενείς παραγωγούς ανήκουν οι αυτότροφοι οργανισμοί, αυτοί που μπορούν να παράξουν την ενέργεια που απαιτείται για την αύξησή τους από τον ήλιο. Στο επόμενο επίπεδο της πυραμίδας βρίσκονται οι πρωτογενείς καταναλωτές, οι οργανισμοί που τρέφονται με τους πρωτογενείς παραγωγούς, όπως τα ελάφια, οι σκίουροι, οι βάτραχοι, τα σποροφάγα πουλιά, πολλά είδη εντόμων, αρουραίοι, σαλιγκάρια. Στο επόμενο επίπεδο βρίσκονται οι δευτερογενείς καταναλωτές, όπως τα εντομοφάγα πουλιά, οι σαύρες, οι αλεπούδες, αλλά και παμφάγα ζώα όπως τα ρακούν. Τέλος, στην κορυφή βρίσκονται οι τριτογενείς καταναλωτές, τα μεγάλα σαρκοφάγα ζώα, όπως οι λύκοι, οι αρκούδες, οι λύγκες.  Ενώ λοιπόν είναι προφανές ότι η καταστροφή των πρωτογενών παραγωγών (που θα μπορούσε να προκύψει από μια πυρκαγιά) θα οδηγούσε σε κατάρρευση το δασικό οικοσύστημα, δεν είναι προφανές ότι η απώλεια των μεγάλων θηρευτών θα είχε αποτελέσματα τύπου ντόμινο και πως θα παρέσυρε το σύνολο του οικοσυστήματος στην καταστροφή. Επιπροσθέτως, τα ζώα αυτά δεν είναι εύκολο να μεταφερθούν σε εργαστήρια και να μελετηθούν! Για να μπορέσει κάποιος να εκτιμήσει την επίδρασή τους στα οικοσυστήματα θα πρέπει να τα παρακολουθεί επί σειρά ετών. Περιττό δε να πούμε ότι η λέξη «παρακολούθηση» αποκτά άλλη έννοια αν σκεφτεί κάποιος το εύρος των μετακινήσεων των μεγάλων θηρευτών και τη μορφολογία των εδαφών στα οποία μπορούν να κινούνται.

Οι άνθρωποι είχαν πάντοτε μια στενή σχέση με τα φυτά και τα ζώα , άλλλοτε θετική άλλοτε αρνητική . Από την αρχή της παρουσία τους στον πλανήτη Γη είχαν μια άμεση εξάρτηση από αυτά , ώστε να μπορούν να καλύψουν τις ανάγκες τους σε τροφή , ένδυση , καταφύγιο και εργαλεία . Επίσης , τα ζώα και τα φυτά αποτελούσαν τα θηράματα για τα μεγάλα σαρκοβόρα ζώα και τους ξενιστές για μια σειρά παρασίτων .

Οι πρόσφατες προωθημένες τεχνολογίες έκαναν το άνθρωπο ικανό για μια μεγαλύτερη εκμετάλλευση των ζώων , οδηγώντας πολλά απ ' αυτά , όπως ακριβώς συνέβη με τα θηλαστικά της Πλειστόκαινης περιόδου , σε εξαφάνιση . Καθώς όμως ο ανθρώπινος πολιτισμός προχωρούσε , κάποια φυτά και ζώα εξημερώθηκαν από τον άνθρωπο , γεγονός το οποίο επέτρεψε αυτός να σχηματίσει ευρύτερες , περισσότερο αλληλεξαρτώμενες κοινωνικές μονάδες . Σήμερα , κάποια είδη ζώων έχουν γίνει ανταγωνιστές ή απειλή για τα εξημερωθέντα φυτά και ζώα , ενώ κάποια είδη φυτών εισέβαλαν σε νέους βιότοπους γεωργικών εκτάσεων και ήρθαν σε ανταγωνιστικές σχέσεις με τα καλλιεργούμενα είδη .

Θηλαστικά , όπως η αρκούδα των σπηλαίων , ο λύκος και η γάτα και φυτά , όπως η βελανιδιά και ο κρίνος έγιναν θρησκευτικά σύμβολα ή αντικείμενα λατρείας . Η συμβολική αυτή σχέση εξακολουθεί να υπάρχει , ακόμη και στην εποχή της υψηλής τεχνολογίας , με τη χρήση διαφόρων ζώων , ως εθνικά και κρατικά σύμβολα και ως ονόματα και « μασκότ » αθλητικών ομάδων .

Τέλος , τα ζώα και τα φυτά έχουν βοηθήσει τον άνθρωπο για να μπορέσει αυτός να αναπτύξει τη δραματική τέχνη , το χορό , τις λοιπές τέχνες γενικότερα , αλλά και την ιατρική επιστήμη . Παρά την πολύπλοκη αυτή σχέση , μόνο πρόσφατα ένα μικρό τμήμα της ανθρώπινης κοινωνίας έχει συνειδητοποιήσει ό , τι , οι φυσικοί πληθυσμοί με τους οποίους μοιραζόμαστε τη Γη μειώνονται τάχιστα , εξ αιτίας της υπερεκμετάλλευσης , των αποδεκατισμένων βιοτόπων , και των δηλητηριασμένων περιβαλλόντων .

Για οικονομικούς , αισθητικούς και ηθικούς λόγους , και στο όνομα της μακροχρόνιας ανθρώπινης επιβίωσης , οι άνθρωποι αυτοί άρχισαν να διαχειρίζονται και να διατηρούν τους άγριους πληθυσμούς .

Και το υλοποιούν αυτό , ακολουθώντας τρεις προσεγγίσεις , οι οποίες σχετίζονται με :


    τη μείωση των πληθυσμών των οργανισμών που προκαλούν καταστροφή ,
    τη διατήρηση των πληθυσμών των φυτών και των ζώων που βρίσκονται κάτω από εκμετάλλευση , <ΒR> και την αύξηση των πληθυσμών των ειδών που βρίσκονται σε κίνδυνο ή κάτω από την απειλή εξαφάνισης .

Για τα περισσότερα άγρια είδη δεν είναι εύκολο πλέον να υπάρχουν σε συνθήκες όμοιες με αυτές του πρόσφατου παρελθόντος .

Η επιβίωσή τους εξαρτάται από την διαχείρισή τους σε ποικίλα επίπεδα έντασης , έτσι ώστε και οι πληθυσμοί τους να διατηρούνται και οι βιότοποί τους να προστατεύονται .

ΠΗΓΕΣ : BHMA – ΚΥΝΗΓΙ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΙ ΟΧΙ ΜΟΝΟ
Photo: Internet






.

Top

© Giorgio Peppas



Welcome in Greece



Από θήραμα... ΑΝΘΡΩΠΟΣ!

H αυθαίρετη παραδοχή ότι ο άνθρωπος διακατέχεται από επιθετικά ένστικτα καταρρίπτεται από πρόσφατα παλαιοντολογικά ευρήματα που συνηγορούν υπέρ της άποψης ότι ξεκινήσαμε την εξελικτική «καριέρα» μας ως θηράματα και όχι ως θηρευτές

Στις 12 Απριλίου μια πολυσήμαντη ανακοίνωση ενθουσίασε τους απανταχού παλαιοανθρωπολόγους: o συνάδελφός τους Τιμ Γουάιτ (Tim White), του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνιας στο Μπέρκλεϊ, βρήκε στην κοιλάδα Middle Awash της Αιθιοπίας απολιθώματα του παλαιότερου είδους αυστραλοπιθήκου, του Australopithecus anamensis. Ηταν 31 τμήματα οστών από οκτώ μέλη της φυλής, ηλικίας 4,1 ως 4,2 εκατομμυρίων ετών. To σημαντικό στοιχείο που προέκυψε από την εξέτασή τους ήταν ότι αυτό το είδος ανθρωποειδούς γεφυρώνει αμετάκλητα το ακόμη παλαιότερο είδος Ardipithecus ramidus και το μεταγενέστερο - και γνωστό μας ως «Λούσι» - είδος Australopithecus afarensis. Από την ανατομική εξέταση των οστών ο Γουάιτ κατέληξε στην - αντίθετη με τα ως τώρα πιστευόμενα - διαπίστωση ότι ίσως προερχόμαστε όλοι από ένα είδος αυστραλοπιθήκου και όχι από διάφορους κλάδους του. Σημειωτέον ότι με τα νεοευρεθέντα οστά η συλλογή δειγμάτων ανθρωποειδών που έχουμε για τα 6 εκατομμύρια χρόνια παρουσίας των ανθρωποειδών στον πλανήτη ανεβάζει τα είδη τους στα 246. To περιβάλλον όπου βρέθηκαν τα πρόσφατα οστά του Ar. anamensis υποδηλώνει ότι οι μακρινοί μας αυτοί πρόγονοι ζούσαν σε δασωμένες περιοχές, όπου ήδη έχουν βρεθεί απολιθώματα και του παλαιότερου Ar. ramidus. Στο μακρότατο χρονικό διάστημα μεταξύ των 4,2 και των 1,2 εκατομμυρίων ετών πριν από την εποχή μας οι ramidus εξελίχθηκαν στους anamensis αναπτύσσοντας ολοένα και μεγαλύτερα σαγόνια και δόντια.

H μαρτυρία του τραπεζίτη

Από την εξέταση ακριβώς των σαγονιών και δοντιών των προ-προγόνων μας φημισμένοι ανθρωπολόγοι όπως ο Ρόμπερτ Σούσμαν (Robert Sussman) και ο Αγουστίν Φουέντες (Agoustin Fuentes) κατέληξαν πρόσφατα σε μία ακόμη ανατροπή των όσων νομίζαμε: οι πρώτοι άνθρωποι όχι μόνο δεν ήταν θηρευτές αλλά ήταν και από τα πιο ευάλωτα θηράματα του τότε κόσμου τους! Το 60% των οστών τους έχει ακόμη τα σημάδια από δαγκώματα κάθε είδους αρπακτικών - που τότε ήταν περίπου δεκαπλάσια στον αριθμό από ό,τι σήμερα. Το κύριο στοιχείο που καθοδήγησε τις παράλληλες έρευνες των επιστημόνων στην ίδια διαπίστωση ήταν η παντελής έλλειψη στα εν λόγω ανθρωποειδή κυνοδόντων οδόντων ικανών να τεμαχίζουν κρέας.

«H ιδέα του ανθρώπου-θηρευτή» εξήγησε σε σχετική ημερίδα ο Σούσμαν «αναπτύχθηκε από μια βασική ιουδαιο-χριστιανική ιδεολογία για το ότι ο άνθρωπος έχει ως γενετήσιο ένστικτο το κακό, την επιθετικότητα και τη ροπή στον φόνο. H θεωρία αυτή όμως δεν βρίσκει επαλήθευση στα απολιθώματα. Εμείς θέλαμε αποδείξεις και όχι απλή θεωρία». Εψαξαν λοιπόν επισταμένως όλα τα στοιχεία για τα απολιθώματα ανθρωποειδών που έχουν βρεθεί από το 1924 ως σήμερα. Ιδιαίτερα εστίασαν την έρευνά τους στον Ar. afarensis, που έζησε στο μακρό διάστημα από τα πέντε εκατομμύρια χρόνια ως τα 500.000 χρόνια πριν. «Οι afarensis» συνέχισε ο δρ Σούσμαν «είχαν τις δυνάμεις ενός μικρού πιθήκου, είχαν μικρά δόντια όσο περίπου και ο τωρινός άνθρωπος, αλλά δεν είχαν κυνόδοντες. H διατροφή τους περιοριζόταν σε φρούτα και ξηρούς καρπούς. Εφόσον λοιπόν δεν μπορούσαν να κόψουν και να μασήσουν το κρέας, για ποιον λόγο θα ήταν θηρευτές;».

H σκέψη ότι τη λύση έδινε το... μαγείρεμα απορρίφθηκε επίσης: «Τα πρώτα εργαλεία φτιαγμένα από ανθρώπινα χέρια εμφανίστηκαν μόλις πριν από δύο εκατομμύρια χρόνια. Επίσης το παλαιότερο πειστήριο για άναμμα και η χρήση φωτιάς από ανθρώπους χρονολογείται 800.000 έτη πριν το σήμερα. Και αν ακούσουμε τους αρχαιολόγους, η συστηματική θήρα από πλευράς ανθρώπων δεν άρχισε παρά μόλις πριν από 60.000 έτη» είπε ο δρ Σούσμαν. Και ακόμη: «Οι afarensis ήταν χαρακτηριστικό είδος των "παρυφών". Ζούσαν, δηλαδή, άλλοτε στο έδαφος και άλλοτε στα δένδρα. Τέτοια ήδη του ζωικού βασιλείου, ακόμη και σήμερα, είναι βασικά είδη-θηράματα και όχι θηρευτές».

Πώς λοιπόν κατόρθωσε το είδος μας να επιζήσει σε έναν τόσο εχθρικό κόσμο; «H κύρια άμυνα κατά θηρευτών όταν δεν έχεις φυσική άμυνα είναι η διαβίωση σε ομάδες» είπε ο Σούσμαν. Για να τον συμπληρώσει στη δική του συνέντευξη ο δρ Φουέντες: «H ανθρωπότητα εξελίχθηκε μέσω της αλληλοβοήθειας περισσότερο παρά μέσω της αλληλεξόντωσης. Ως και πριν από δύο εκατομμύρια χρόνια οι δαγκωνιές στα οστά διηγούνται ότι οι άνθρωποι ήταν στον ίδιο βαθμό θηράματα όσο και οι αντιλόπες. Από τότε και μετά όμως η συχνότητα αυτή πέφτει ραγδαία. Ακόμη και πριν από την ανάπτυξη της γλωσσικής επικοινωνίας οι άνθρωποι είχαν κατορθώσει να μοιράζονται την πληροφορία με έναν τρόπο μοναδικό». «Ισως το κυριότερο μερτικό στην εξέλιξή μας το χρωστάμε ακριβώς στη διαρκή απειλή των αρπακτικών στο είδος μας που οδήγησε στην επιτυχημένη ικανότητά μας να μεταστρέφουμε επιλεκτικά το περιβάλλον υπέρ μας» κατέληξε ο δρ Φουέντες. Στο ίδιο συμπέρασμα έφθασε και ο δρ Σούσμαν: «H εξυπνάδα μας, η συνεργατικότητά μας και πολλά άλλα χαρακτηριστικά που έχουμε σήμερα ως σύγχρονοι άνθρωποι εξελίχθηκαν μέσω των προσπαθειών μας να ξεγελάσουμε τον θηρευτή μας»!