Η Πρωτοχρονιά αντιπροσωπεύει το ξεκίνημα του νέου έτους και μαζί μ’ αυτό την αρχή για μία νέα ζωή. Οι άνθρωποι πιστεύουν ότι φεύγοντας ο παλιός χρόνος παίρνει μαζί του κι ό,τι κακό είχε και περιμένουν να έρθει ο νέος με τα δώρα του. «Γέρε χρόνε φύγε τώρα, πάει η δική σου η σειρά, ήρθε ο νέος με τα δώρα, με τραγούδια, με χαρά».
Ο καινούργιος χρόνος φορτωμένος με όνειρα, ελπίδες και υποσχέσεις για τη ζωή, κάνει την εμφάνισή του χαμογελαστός, χαρούμενος γεμάτος αισιοδοξία και οι άνθρωποι τον υποδέχονται με πυροτεχνήματα, γιορτάζοντας και ελπίζοντας σε κάποια αλλαγή, σε μία καλύτερη και πιο ευτυχισμένη ζωή.
Ο εορτασμός του νέου έτους είναι μία από τις αρχαιότερες γιορτές. Πολλοί πιστεύουν ότι ξεκίνησε στην αρχαία Βαβυλώνα περίπου 4.000 χρόνια πριν, την Άνοιξη, κατά το πρώτο νέο φεγγάρι μετά την εαρινή ισημερία.
Για πολλά χρόνια, οι Ρωμαίοι γιόρταζαν ως Πρωτοχρονιά, την πρώτη Μαρτίου. Το 46 π.Χ., όμως, ο Ιούλιος Καίσαρας εφάρμοσε ένα νέο ημερολόγιο, αυτό που ισχύει και σήμερα, με αποτέλεσμα να μετρά ως πρώτη του χρόνου, η πρώτη Ιανουαρίου. Ο μήνας αυτός έχει πάρει το όνομά του από τον Θεό των Ρωμαίων Ιανό (Janus), o οποίος πάντα απεικονίζεται με δύο πρόσωπα, με το ένα να κοιτάζει πίσω στον παλιό χρόνο και το άλλο, μπροστά, στο νέο έτος.
Οι γιορτές των Ρωμαίων ο
νομάζονταν Calends (calendar=καλεντάρι=ημερολόγιο) και οι άνθρωποι στόλιζαν τα σπίτια τους και αντάλλασσαν δώρα.
Η ορθόδοξη εκκλησία της εποχής κυρίως του Μεγάλου Κωνσταντίνου, επειδή ήθελε να χωρίσει τους χριστιανούς από τους ειδωλολάτρες, απαγόρευε στους πρώτους να γιορτάζουν την Πρωτοχρονιά, όπως οι δεύτεροι. Τα αποτελέσματα της απαγόρευσης αυτής ήταν πολύ μικρά. Απαλείφθηκαν μόνο τα στοιχεία εκείνα που έρχονταν σε ευθεία αντίθεση προς τη χριστιανική ηθική.
Τα έθιμα της Πρωτοχρονιάς
Η Πρωτοχρονιά, όπως αυτή διαμορφώθηκε κάτω από την επίδραση της εκκλησίας και τη σύνδεσή της με τη γιορτή του Αγίου Βασιλείου, διαιωνίστηκε έως σήμερα ως λαϊκή γιορτή με έθιμα στις περιοχές όλης της Ελλάδας. Έθιμα, όμως, της Πρωτοχρονιάς υπάρχουν και στον υπόλοιπο κόσμο. Πολλά δε από αυτά έχουν καθιερωθεί και στη χώρα μας.
Τα έθιμα της Πρωτοχρονιάς σχετίζονται κυρίως με το καλότυχο της χρονιάς που έρχεται. Γι’ αυτό, συνδέθηκαν με συνήθειες που θα εξασφάλιζαν την ευετηρία.
Όπως για παράδειγμα, το σπάσιμο του ροδιού, που λόγω των πολλών σπόρων του παραπέμπει στην ευχή για πολλαπλασιασμό των αγαθών ή το κρέμασμα της αγριοκρεμμύδας, φυτό μεγάλης αντοχής.
Από φόβο για τα μελλούμενα γίνεται και το ποδαρικό, η υποδοχή του πρώτου προσώπου που θα μπει στο σπίτι μας όταν αλλάξει ο χρόνος. Μικρά παιδιά και γενικά καλορίζικοι άνθρωποι προσκαλούνταν να κάνουν ποδαρικό, ώστε η οικογένεια να απαλλαχτεί από οτιδήποτε κακό.
Την καλοτυχία τη χρονιά που έρχεται επιδιώκουν και όσοι παίζουν χαρτιά ή τυχερά παιχνίδια, έθιμο που σχετίζεται με την ανάγκη της πρόγνωσης του μέλλοντος, όπως και άλλες, λιγότερο γνωστές, συνήθειες.
Όπως για παράδειγμα η τοποθέτηση φύλλων ελιάς στο τζάκι ή κόκκων σιταριού στη στάχτη. Το κάψιμό τους έδινε στοιχεία μαντέματος για την κατάσταση της υγείας των παρευρισκομένων κατά τη διάρκεια του νέου έτους κλπ.
Η γαλοπούλα, ως βασικό φαγητό την ημέρα της Πρωτοχρονιάς, ήρθε στην Ελλάδα από τη Βόρεια Ευρώπη. Οι κάτοικοι εκεί αρχικά μαγείρευαν μεγάλα πουλιά για το γιορτινό γεύμα. Προτιμούσαν τους φασιανούς, τις χήνες και τα παγόνια. Όταν όμως δοκίμασαν τη γαλοπούλα, την καθιέρωσαν ως το κατεξοχήν πρωτοχρονιάτικο γεύμα. Το έθιμο της γαλοπούλας έφτασε στην Ευρώπη από το Μεξικό το 1824 μ.Χ. Στην Ελλάδα παραδοσιακό φαγητό για την Πρωτοχρονιά ήταν το χοιρινό κρέας, όπως και για τα Χριστούγεννα.
Ανήμερα την Πρωτοχρονιά οι ορθόδοξοι χριστιανοί γιορτάζουν τη μνήμη του Αγίου Βασιλείου από την Καισάρεια. Βεβαίως, στις βιτρίνες των καταστημάτων επικρατεί ένας άλλος Άγιος, ο οποίος έρχεται από την παγωμένη Λαπωνία, γνωστός ως Santa Claus. Ο άγιος αυτός δεν έχει καμιά σχέση με τον δικό μας. Πρόκειται για τον Άγιο Νικόλαο.
Ο δικός μας Άγιος Βασίλειος έρχεται την ημέρα της Πρωτοχρονιάς από την Καισάρεια και είναι ο φιλάνθρωπος επίσκοπος, ένας από τους Τρεις Ιεράρχες, ενώ ο Santa Claus ήρθε από την Αμερική και ο σκοπός της ύπαρξής του ήταν να διαφημίσει γνωστό αναψυκτικό. Δημιουργός του, δε, υπήρξε ο αμερικανός σκιτσογράφος Τόμας Ναστ, το 1862.
Η Βασιλόπιτα
Η βασιλόπιτα είναι συνδυασμός του «εορταστικού άρτου» και του «μελιπήκτου» των αρχαίων προσφορών, τόσο προς τους θεούς όσο και προς τους νεκρούς ή τους κακούς δαίμονες για την εξασφάλιση της υγείας, της καλής τύχης και της ευλογίας του Αγίου Βασιλείου. Είναι άρτος χαρούμενος, όταν γίνεται φουσκωτή από ζύμη και κόβεται ανήμερα το μεσημέρι της Πρωτοχρονιάς και επίπεδος, σχεδόν νεκρολατρικός, όταν ετοιμάζεται άζυμη αποβραδίς και κόβεται στο δείπνο ή τα μεσάνυχτα. Είναι οπωσδήποτε μια προσφορά στους θεούς και στους αγίους ή στα αόρατα πνεύματα των νεκρών και των άλλων στοιχειών. Απόδειξη τα κομμάτια που ξεχωρίζουμε για το Χριστό, την Παναγία, τον Αι Βασίλη, το σπίτι, τους αγρούς, τα ζώα, τους πεθαμένους και τους ξενιτεμένους.
Μία παράδοση της Κωνσταντινούπολης λέει τα εξής: Όταν ο άγιος Βασίλειος ήταν Επίσκοπος στην Καισαρεία, ο Έπαρχος της Καππαδοκίας πήγε με σκληρές διαθέσεις να εισπράξει φόρους. Οι κάτοικοι φοβισμένοι ζήτησαν την προστασία του ποιμενάρχη τους. «Σας ζητάω αμέσως, τους είπε εκείνος, να μου φέρει ο καθένας ό,τι πολύτιμο αντικείμενο έχει». Μάζεψαν πολλά δώρα και βγήκαν μαζί με το Δεσπότη τους οι κάτοικοι της Καισαρείας να προϋπαντήσουν τον Έπαρχο. Ήταν όμως τέτοια η εμφάνιση και η πειθώ του Μεγάλου Βασιλείου, που ο Έπαρχος καταπραύνθηκε χωρίς να θελήσει να πάρει τα δώρα. Γύρισαν πίσω χαρούμενοι κι ο άγιος Βασίλειος πήρε να τους ξαναδώσει τα πολύτιμα αντικείμενα τους. Ο χωρισμός όμως ήταν δύσκολος γιατί είχαν προσφέρει πολλά όμοια αντικείμενα, δηλαδή δαχτυλίδια, νομίσματα κ.λ.π. Ο Βασίλειος τότε σκέφθηκε ένα θαυματουργό τρόπο: Διέταξε να κατασκευασθούν το απόγευμα του Σαββάτου μικρές πίτες και μέσα σε καθεμιά τοποθέτησε από ένα αντικείμενο. Την επόμενη μέρα έδωσε από μία σε κάθε Χριστιανό. Και τότε έγινε το θαύμα! Μέσα στην πίτα του βρήκε ο καθένας ό,τι είχε προσφέρει! Από τότε, λέει η παράδοση, κάθε χρόνο, στη γιορτή του αγίου Βασιλείου, κάνουμε κι εμείς πίτες και βάζουμε μέσα νομίσματα