Welcome in Greece Welcome in Greece

 

Welcome in Greece




ΑρχικήInitial ΠίσωBack

Περιμένοντας τον Αύγουστο ...

.


Του Γιάννη Μακρή

Υπάρχουν κάποια κομμάτια της ζωής μας που οι προσταγές της φύσης παίζουν ρόλο καθοριστικής σημασίας.
Είναι αυτές οι εποχές που οι κεραίες της ψυχής μας, σε μια εντελώς ξεχωριστή συχνότητα, δέχονται από άγνωστη προέλευση, πλην όμως σαφέστατα εκείνα τα μηνύματα που δρομολογούν τις περαιτέρω προσωπικές μας εξελίξεις.

Τι είναι όμως όλα αυτά; Τι εξηγήσεις θα δώσουμε;
Μήπως είναι οι κατά καιρους εκρήξεις εσωτερικών παρορμήσεων; Ίσως άραγε οι ψυχολογικές πιέσεις επιτακτικών αναγκών; Μήπως είναι ψυχοσωματικές διαταραχές, σαν αποτέλεσμα αγνώστων υψηλότερων απαιτήσεων;
Όχι φίλοι μου ας μη χαθούμε κολυμπώντας σε άγνωστα βαθιά νερά κι ας προσεγγίσουμε το θέμα με πιο απλό τρόπο.

Προσωπικά πιστεύω όχι είμαστε δέσμνοι, ενός εγκλωβισμένου λειτουργικά συστήματος που αδυνατεί ν' αντιδράσει ή να προβάλει την αντίθεση του στο κάλεσμα ή τις προσταγές της φύσης.
Καλοΰμεθα να εκτελέσουμε ένα πρόγραμμα, με τα δικά της πρότυπα, σαν άβουλα οργανάκια αφού πραγματικά κάτι πιο δυνατό από μας ορίζει την επιθυμία, τον τρόπο, τον χρόνο, την εξέλιξη μας.
θυμάμαι ότι, ανεξέλεγκτο ήταν; το πάθος μου ανέκαθεν για το κυνήγι, από παιδί, ακόμη και μέσα στο σχολείο, σε κάποια τσεπούλα έκρυβα την σφεντόνα μου. Τεράστια ήταν η δύναμη που με οδήγησε στον έρωτα, πλημμύρα στην ψυχή μου η διάθεση για δημιουργία και τόσα άλλα πράγματα που απροσδόκητα, αλλά θριαμβευτικά, μπήκαν στη ζωή μου. Δεν ήθελα όμως να πιστέψει κανείς, ότι προσπαθώ να κάνω μια άστοχη συσχέτιση ή ν' ανεβάσω το κυνήγι όσο γίνεται πιο ψηλά και μάλιστα στα σοβαρότερα πράγματα της ζωής μας, άλλωστε όλοι μας ξέρουμε τον ρόλο του κυνηγίου, την θέση του και την προτεραιότητα του.
Νοιώθω όμως την επιθυμία, σ' αυτό ακριβώς το σημείο, να δηλώσω ότι: Δεν έγινα κυνηγός διαλέγοντας αυτό το χόμπι ανάμεσα σε άλλα, ούτε προτίμησα αυτή τη δραστηριότητα, σαν προέκταση ανεκπλήρωτων φαλλοκρατικών τάσεων, όπως υποστηρίζουν μερικοί κακοπροαίρετοι διώκτες μας.

ΚΥΝΗΓΟ ΜΕ ΕΚΑΝΕ Η ΦΥΣΗ, αυτή με διάλεξε, αυτή μου πρότεινε τον ερωτά της, αφήστε με να την ΑΓΑΠΩ.

ΕΙΜΑΙ ΚΥΝΗΓΟΣ. Είχα πει τότε σταθερά κι αποφασιστικά στη γυναίκα μου, όταν όλα έδειχναν ότι πάμε για γάμο. Ήταν πράγματι μια αλήθεια που δήλωνε, το υπαρκτό, το δεδομένο του κυνηγίου στη ζωή μου. Ένα στοιχείο που τώρα αποκάλυπτε ότι εγκαταστάθηκε στην ψυχή μου, με τις ίδιες δυναμικές προϋποθέσεις ενός προστάγματος που ξεκίνησε ό- ] ταν ήμουν παιδάκι πέντε ετών.

Καμία αρνητική σκέψη δεν μπορούσα να δεχτώ, τίποτα δεν ήθελα να εναντιωθεί στο αγαπημένο μου Κυνήγι και το σύντομο πέρασμα της εικόνας, απ' τη σκέψη μου, του να μοιρασθώ, μειώσω ή εγκαταλείψω το πρώτο πάθος στη ζωή μου.
Αγαπώ ακόμη εκείνη τη γυναίκα, που σήμερα είναι η μάνα των παιδιών μου, μα ποτέ όμως δεν έκρυψατον παθιασμένο μου «έρωτα» για το κυνήγι. Το νοιώθω σαν αθεράπευτο πάθος, που με τον τρόπο του τροφοτεί με βιταμίνες χαράς και ζωής, :ις κρυφές προσωπικές μου απολαύσεις, σαν αμοιβή της ειρηνικής απόδρασης από την καθημερινή άχαρη ζωή μας.

Σήμερα που γράφονται αυτές οι ξεις, βρισκόμαστε στην καρδιά καλοκαιριού του 1999 και παρά το γεγονός, ότι οι δύσκολες εποχές αφήνουν δυσοίωνα μηνύματα να πλανώνται στο χάρτη των κυνηγετικών εξελίξεων, εμείς οι κυνηγοί, θυσιάσαμε αναίμακτα την καθημερινή μας σκέψη, στο βωμό της γλυκιάς αναμονής του Αυγούστου.

Αύγουστος! Θα είναι ψέμα αν κάνω τον αδιάφορο, αν κάνω πως δεν με νοιάζει το πέρασμα των ημερών, αν τάχα μου δεν βλέπω το ημερολόγιο για το σπρώξιμο του χρόνου, για να φθάσουμε στην πολυπόθητη ημερομηνία.
Λες και όλα εστιάζονται εκεί, λες και ένας τεράστιος στόχος καρφώθηκε στο κεφάλι μας και τα νούμερα στο κέντρο του δείχνουν την ταυτότητα της μεγάλης ημέρας.

«Αύγουστε καλέ μου μήνα, να Όουν δυο φορές το χρόνο» μας λέει η λαϊκή παροιμία κι ενώ αυτά τα λόγια εξυμνούν κι επιβεβαιώνουν τον πλούτο, την παραγωγικότητα και την συγκομιδή αρκετών προϊόντων της γης, εμένα το μυαλό μου βλέπει κι άλλα πράγματα.
Ναι στους καρπούς της γης, ναι στην παραγωγική δικαίωση των αγροτών μας, πώς όμως να ξεχάσω την εικόνα του τρυγονιού;

Από μικρό παιδί θυμάμαι την ύπαρξη τους κι όταν ο πατέρας μου ξαπόσταινε στον παχύ ίσκιο των πλατανιών της ρεματιάς, από τον κάματο του θεριστή, εγώ πετούσα τα πέτρινα πυρομαχικά μου προς τα πάνω με τη σφεντόνα, μήπως πετύχω κανένα πιτσουνάκι που ήρθε για νερό.
Ο τρόμος από την παρουσία μου ήταν αστείος, αφού αντί να φεύγουν ερχόντουσαν κι άλλα. Το νευρικό σπαθάτο τους πέταγμα με την ασπίδα προστασίας των ελιγμών και της ταχύτητας τους εξασφάλιζε την επιβίωση, αφού κι ο πιο επιδέξιος κυνηγός γίνεται ταυτόχρονα και θαυμαστής τους.
Είναι για τους περισσότερους το αγαπημένο μας θήραμα, ο πιο μεγάλος ανταγωνιστής, της ρεματιάς, του κάμπου, του βουνού, ο μεγάλος αντίπαλος που πολλές φορές νίκησε και μένα και τους φίλους μου.
Παρά το καρτέρι, την προφύλαξη, το καμουφλάζ, παρά το ότι έρχεται «ντουφέκι» κατά πάνω σου, παρά τις πάμπολλες μπαταρίες και χιλιάδες σκάγια να στροβιλίζονται προσπερνώντας το, αυτό, σπαθίζοντας ταχύτατα τον αέρα χάνεται μικραίνοντας στον ορίζοντα, χωρίς ν' ακούσει την ψεύτικη δικαιολογία του ηττημένου κυνηγού.

«Ααα το άτιμο, ας έχει χάρη που είναι άχρηστα τα φυσίγγια και δεν πάνε, αλλιώς θα το 'τρώγε το σκοτάδι».
Χίλιες φορές αυτά τα λόγια με σκάσανε στα γέλια, κι άλλες τόσες ο θαυμασμός μου, γι' αυτό το ατίθασο πουλί το ανέβασε στο μυαλό μου, σαν τον πιο αξιόλογο αντίπαλο.

Αύγουστος!.. Ηλιος, ζέστη, θάλασσα, κουνούπια, καλλιέργειες, γενετικός οργασμός, παραγωγή.

Τα πρώτα γλυκοστάφυλα ψήθηκαν κι οι απανωτές επιδρομές των σπουργιτιών άφησαν μισερές τις ρόγες να κρέμονται από μια φλουδίτσα, τα προστατευτικά δίχτυα με τις πολύχρωμες παλλόμενες κορδέλες δεν τα τρομάζουν πιά, οι ρόγες είναι γλυκές.
Ο συκοφάγος δοκίμασε το πρώτο του σύκο, η τρυπούλα στο γαλακτερό κέλυφος του καρπού, σαν αυτοψία έδειξε αρνητικό αποτέλεσμα, χρειάζονται ακόμη λίγες μέρες για να γίνει. Το άτσαλο πέταγμα του τον οδηγεί στα δροσερά φυλλώματα της ψηλής λεύκας, είναι ο3ρα για ξεκούραση, το απόγευμα που θα 'ρθει θα κάνει νέες εφόδους δοκιμής.

Τηλεφωνήματα, ραντεβού, συσκέψεις, προγραμματισμοί, αντιδράσεις, φωνές, ψηλοτσακωμοί και το θερμόμετρο ανεβαίνει όσο πλησιάζουν οι μέρες. Οι καταστάσεις ήδη έχουν συμπληρωθεί με τα απαραίτητα πράγματα για την εξόρμηση κι ενώ είναι πιθανό να ξεχάσουμε τα φυσίγγια, έχουμε γράψει μεγαλόπρεπα τη λέξη «ψησταριά». Αθάνατε καλοπεραοάκια Έλληνα.

Πολλές παλιές ιστορίες βγαίνουν στην επιφάνεια, πολλά φυσίγγια σκοτώνουν τσίχλες στα 90 μέτρα, πολλοί λαγοί ζυγίζουν επτά κιλά, ενώ κατ' επανάληψη οι αρκούδες τρόμαξαν κυνηγούςσε καλαμποκιές στη μέση του κάμπου.
Τα μαγαζιά με τ' αγαπημένα μας είδη, τα διάφορα κυνηγετικά στέκια, φιλοξενούν τον ατίθασο, τον ανήσυχο άνθρωπο, που διψάει να πει τη γνώμη του, να υψώσει τη φωνή του και να επιβεβαιώσει μέσα του το αληθές της άποψης του.

    - Ρε Βαγγελάραα-αα...
    - Έφτασέεεεϊ!
    - Δύο μπύρες
    στα παιδιά ρεε...
    - Τώρα, τώρα.

Να το κρασί, να οι μπύρες, να τα σφηνάκια κι ο πόλεμος με τις λέξεις ξεφαντώνει. Το φευγάτο μυαλό των κυνηγών, το ξεκινημένο για το νέο ταξίδι απ' τις αρχές του Μάρτη, ζει το όνειρο, ανάμεσα στις φουσκαλίτσες της πραγματικότητας μιας παγωμένης μπύρας.

Η εικόνα που κρέμεται στον απέναντι τοίχο, ξεθωριασμένη απ' το χρόνο και τους καπνούς, που δείχνει το παλιό κοκοροντούφεκο δίκαννο με τις πέρδικες δίπλα, έκανε τα γέρικα μάτια του μπάρμπα Μηνά, να κολλήσουν επάνω της. Πίεσε τις βαθιές του ρυτίδες στο μέτωπο, με το σήκωμα των φρυδιών του και στέλνοντας τη γλώσσα του να σκουπίσει τη λερωμένη του μουστάκα, απ' τ' απομεινάρια του μεζέ, είπε θριαμβευτικά:

Άντε βΐβα ρε παιδιά και καλό βόλι...

ΠΗΓΗ : ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΚΥΝΗΓΕΤΙΚΑ ΝΕΑ




.

Top

© Giorgio Peppas



Welcome in Greece