Του Πέτροy Πλaτή
Αναμφισβήτητα το κυνήγι των υδροβίων προσφέρει ανεπανάληπτες συγκινήσεις και συγκεντρώνει πολλούς λάτρεις του είδους.
Κυνήγι, που απαιτεί από τον κυνηγό υψηλές αντοχές σε αντίξοες καιρικές συνθήκες, στην κούραση και την ταλαιπωρία, καλή γνώση των συνηθειών και της βιολογίας των διαφόρων ειδών, περίσσεια υπομονή και αισιοδοξία, προκειμένου να επιτύχει την κάρπωση των θηραμάτων αυτών.
Η ποικιλία χρωμάτων των διαφόρων παπιών, οι σχηματισμοί, τα πλαναρίσματα και οι φωνές τους, σε συνδυασμό με την ομορφιά του τοπίου των υγροτόπων, αποτελούν πόλο έλξης για τους κυνηγούς και κυρίως για τους νέους σε ηλικία.
Οι πάπιες είναι πουλιά που έχουν αυξημένη παρατηρητικότητα και επιφυλακτικότητα απέναντι στους διαφόρους κινδύνους, αντιδρούν και πετούν γρήγορα και έχουν συμπαγή κατασκευή σώματος.
Ο παπιοκυνηγός πρώτο μέλημα πρέπει να έχει την τέλεια απόκρυψή του στο βάλτο, με την κατασκευή της κατάλληλης φυλάχτρας.
Η φυλάχτρα πρέπει να του παρέχει την απαραίτητη κάλυψη και ταυτόχρονα να δένει αρμονικά με το γύρω περιβάλλον, ώστε να μην προκαλεί καχυποψία στα πουλιά. Θα πρέπει επίσης να του επιτρέπει τις σκοπεύσεις προς όλες τις κατευθύνσεις και να είναι σε τέτοιο σημείο ώστε τα πουλιά να έρχονται προς αυτήν κόντρα στον άνεμο.
Ο χρωματισμός των ρούχων του κυνηγού, πέρα από την καταλληλότητά τους σε ποιότητα και προστασία από το κρύο και το νερό, πρέπει να παραλλάζει στα χρώματα του περιβάλλοντος.
Σε περιόδους μεγάλης κακοκαιρίας και ιδίως όταν πνέουν ισχυρής εντάσεως ψυχροί άνεμοι και προκειμένου να αντέξουμε για πολλές ώρες, είναι απαραίτητο να επιλέξουμε φυλάχτρα που να αποκόπτει όσο το δυνατό περισσότερο τον αέρα στην πλάτη μας.
Γενικά τα υδρόβια έχουν έντονη κινητικότητα κατά τις ημέρες που πνέουν ισχυροί άνεμοι, διότι ο κυματισμός που δημιουργείται στην επιφάνεια του νερού όπου ξεκουράζονται τα αναγκάζει να βρούνε πιο υπήνεμα μέρη.
Σε παρατεταμένες θερμοκρασίες υπό του μηδενός και με το πάγωμα των γλυκών νερών το πρόβλημα για την ανεύρεση νερού γίνεται εντονότερο στις πάπιες και παρατηρείται έντονη κινητικότητα.
Η κινητικότητα αυτή είναι αυξημένη κατά τις μεσημεριανές και απογευματινές ώρες και υποτονική έως ανύπαρκτη τις πρωινές, λόγω χαμηλών θερμοκρασιών.
Όταν όμως, παρέρχεται ο παγετός και αρχίζει το λιώσιμο των πάγων η κινητικότητα των παπιών φθάνει στο μέγιστο βαθμό της, στην προσπάθειά τους να αναπληρώσουν τις στερήσεις τους σε νερό και τροφή.
Οι ξαφνικές αλλαγές του καιρού, έχει παρατηρηθεί ότι προκαλούν αύξηση της κινητικότητας των παπιών.
Ακόμη και σε ισχυρή βροχόπτωση, που η κίνηση των υπολοίπων θηραμάτων θεωρητικά διακόπτεται για τα υδρόβια δεν υπάρχει πρόβλημα και πολλές φορές μάλιστα αποτελεί αίτιο για την έναρξη αυξημένης δραστηριοποίησής τους.
Ο έντονος χρωματισμός των παπιών(αρσενικών) μας δημιουργεί πολλές φορές την λανθασμένη εντύπωση, ότι βρίσκονται κοντά μας (εντός βολής), ενώ στην πραγματικότητα αυτά είναι αρκετά πιο μακριά και πιο ψηλά από ότι νομίζουμε με αποτέλεσμα να αποτυγχάνουμε στη βολή.
Γι αυτό είναι προτιμότερο να περιμένουμε να μας «πατήσουν» από πάνω και μετά να σηκωνόμαστε από την φυλάχτρα και να τουφεκούμε.
Εξ άλλου, η τουφεκιά από πίσω έχει το πλεονέκτημα ότι προσδίδει στα σκάγια μεγαλύτερη διεισδυτικότητα στο σώμα της πάπιας, ενώ σε μπροστινή βολή (στα «μούτρα») έχουμε αυξημένες πιθανότητες εξοστράκισης των σκαγιών, λόγω της συνοχής του πτερώματος και της γωνίας κρούσης.
Ο μεθοδικός παπιοκυνηγός παρατηρεί και γνωρίζει τις περιόδους της προσέλευσης των μεταναστευτικών παπιών και φροντίζει να επισκέπτεται τους υγροτόπους κατά τις ημέρες εκείνες, που η έλευση νεοφερμένων παπιών μπορεί να του χαρίσει ένα καλό κυνήγι, μιας και τα πουλιά αυτά και την περιοχή δεν γνωρίζουν καλά, αλλά και πιο ξεθαρρεμένα είναι.
Οι έμπειροι κυνηγοί υδροβίων γνωρίζουν πολύ καλά τις συνήθειες των διαφόρων ειδών παπιών και επιλέγουν τα κατάλληλα σημεία καρτεριού, τις ώρες και τις ημέρες που θα τα επισκεφθούνε, για το κάθε είδος ξεχωριστά.
Μπορούν να αναγνωρίσουν εύκολα και από πολύ μακριά το κάθε είδος, ανάλογα με τον τρόπο που πετάει, το μέγεθός του και την μορφολογία του σώματός του.
Επίσης γνωρίζουν την φωνή του κάθε είδους και οι παλαιότεροι ξέρουν να χρησιμοποιούν τους αυτοσχέδιους κράχτες υδροβίων για να προσελκύσουν τα παπιά.
Το παράλογο της υπόθεσης είναι ότι η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα που απαγορεύει τους κράχτες και τα ομοιώματα για το κυνήγι όλων των θηραμάτων, τη στιγμή που το κυνήγι των υδροβίων σε πολλές χώρες χωρίς κράχτη (όχι αυτόνομη συσκευή) και ομοιώματα, όχι μόνο δεν απαγορεύεται αλλά επιβάλλεται κιόλας (Αγγλία, Αμερική κ.α). Δικαιολογημένα άλλωστε, διότι η προσέλκυση των πουλιών σε κοντινές αποστάσεις αποτρέπει τον τραυματισμό τους, με αποτέλεσμα την λελογισμένη οικονομία του φυσικού πόρου, του θηράματος. Συν τοις άλλοις εκμηδενίζει την περίπτωση της θανάτωσης κατά λάθος από τον κυνηγό, κάποιου μη θηρεύσιμου είδους.
Μια άλλη ιδιαιτερότητα του κυνηγιού υδροβίων είναι η εθιμοτυπική παράδοση να ασκείται τις νύχτες με φεγγάρι, όταν αυτό είναι δυνατόν.
Και εδώ όμως η νομοθεσία της χώρας μας το απαγορεύει σε αντίθεση με άλλες χώρες (π.χ Αγγλία), όπου το κυνήγι τους επιτρέπεται όλο το 24ωρο.
Οι ισχυρισμοί ότι είναι επαυξημένες οι πιθανότητες λάθους από πλευράς κυνηγών να θηρεύσουν μη επιτρεπόμενα είδη, δεν μπορούν να αποτελέσουν αβασάνιστα αίτιο απαγόρευσής του, διότι ακόμη και αν δεχθούμε τους ισχυρισμούς αυτούς, το ποσοστό λανθασμένης θήρευσης είναι τόσο μικρό, ώστε δεν επηρεάζει τους πληθυσμούς των ειδών αυτών.
Η χρησιμοποίηση σκύλου επαναφοράς στο κυνήγι υδροβίων, όντως είναι πολύ θετική τις περισσότερες των περιπτώσεων, αρκεί να είναι κατάλληλα εκπαιδευμένος και να αντέχει στις χαμηλές θερμοκρασίες.
Όταν όμως τα νερά είναι βαθιά και η επιφάνειά τους καλύπτεται από πάγους, τότε είναι προτιμότερο να μην χρησιμοποιούμε σκύλο, διότι είναι επαυξημένοι οι κίνδυνοι να προκληθεί ατύχημα στον ίδιο τον σκύλο σε περίπτωση που σπάσει ο πάγος.
Πηγή: KOMΑΘ - ΠΑΝΘΗΡΑΣ