Welcome in Greece Welcome in Greece

 

Welcome in Greece




ΑρχικήInitial ΠίσωBack WoodcockΜπεκάτσα

Η εκπαίδευση της μπεκάτσας ...

.


Οι πρώτες μου συναντήσεις με την μπεκάτσα

Θυμάμαι, κάπου στις αρχές της δεκαετίας του 1980, όταν προσπαθούσα να μάθω να.. “ντουφεκάω στο φτερό”, είχα συναντήσει μια απίστευτη δυσκολία! Συνηθισμένος από τη σκόπευση με το αεροβόλο, που είχα μέχρι τότε, δεν μπορούσα να συνηθίσω το γεγονός ότι στον κινούμενο στόχο, το στόχαστρο μου δεν πρέπει να βρίσκεται ακριβώς επάνω στο στόχο μου, αλλά λίγο πιο μπροστά από τη πορεία αυτού του στόχου! Προσπαθούσα να εκπαιδευτώ κυνηγώντας περπατητά τσιχλοκότσυφα, αλλά τα αποτελέσματα και η πρόοδος μου ήταν απελπιστικά! Κάποια στιγμή πίστεψα ότι δεν θα κατάφερνα ποτέ να μάθω τη τεχνική της τουφεκιάς σε κινούμενο στόχο!
Και τότε ήρθε εκείνος ο χειμώνας..! Με αρκετά κρύα, μπόλικα τσιχλοκότσυφα, αλλά κυρίως με πολλές μπεκάτσες! Αυτό το άγνωστο για μένα, μέχρι εκείνη τη στιγμή, θήραμα. Και συνάντησα πραγματικά πολλά πουλιά εκείνο τον χειμώνα! Για τα σημερινά δεδομένα, απίστευτα πολλές μπεκάτσες! Σηκωνόντουσαν, θυμάμαι, σχεδόν σαν ορτύκια, μέσα απ’ τα πόδια μου, στα 2-3 ή, το πολύ, 4-5 μέτρα, σε πεδινά μέρη με ασφάκες ύψους το πολύ 80 πόντων! Η μπεκάτσα, αντικειμενικά, είναι ένας μεγάλος στόχος σε τέτοιες αποστάσεις και η ασφάκα είναι αρκετά πυκνή και κοντή, για να ελιχθεί ανάμεσα στα κλαδιά της. Αναγκαστικά οι μπεκάτσες έβγαιναν πάνω από τις ασφάκες, χωρίς να έχουν πυκνά για να παρεμβάλουν ανάμεσά μας. Αποτέλεσμα; εκείνη τη χρονιά, στις μπεκάτσες, έμαθα τα μυστικά της σκόπευσης σε κινούμενο στόχο! Το ίδιο σκηνικό επαναλήφθηκε και τις αμέσως επόμενες χρονιές. Η μπεκάτσα ήταν ένα εύκολο θήραμα: μεγάλο μέγεθος, μου έδινε χρόνο και χώρο για να επωμίσω και να πυροβολήσω, αφού έφευγε μέσα απ’ τα πόδια μου, σε ξεκούραστο σχεδόν πεδινό κυνηγότοπο. Ακόμα κι αν μου ξέφευγε στο πρώτο της σήκωμα, τις περισσότερες φορές έβλεπα που είχε κάτσει και πήγαινα και την ξανασήκωνα. Επίσης, δεν υπήρχε και λόγος να αφιερώσω μια κυνηγετική μου έξοδο μόνο στη μπεκάτσα, αφού μπορούσα να κυνηγώ τσιχλοκότσυφα, ξέροντας ότι σίγουρα θα σηκώσω και μπεκάτσες στα ίδια μέρη. Για σκύλο, φυσικά, ούτε λόγος! Τι να τον κάνω τον σκύλο σ’ ένα τέτοιο κυνήγι; έβρισκα και μόνος μου τις μπεκάτσες που ήθελα!
Και δεν ήμουν ο μόνος που κυνηγούσε έτσι. Γενικότερα, τότε, δεν υπήρχαν μπεκατσοκυνηγοί. Τουλάχιστον όχι με την έννοια που υπήρχαν τότε και που υπάρχουν και σήμερα, οι λαγοκυνηγοί ή οι γουρουνοκυνηγοί ή και οι τσιχλοκυνηγοί, που ήταν πολλοί μάλιστα! Τα δε καλά πουλόσκυλα ήταν λίγα, ακόμα λιγότερα τα καθαρόαιμα ζώα και μάλλον ανύπαρκτα τα λεγόμενα σήμερα μπεκατσόσκυλα.

Οι εξελίξεις...

Τα χρόνια πέρασαν και στα ασφακερά, που κυνηγούσα, χτίστηκαν δυο, το ένα μετά το άλλο, εργοστάσια, λίγο πιο πέρα ένας υποσταθμός της ΔΕΗ και αρκετά, δασωμένα από χρόνια, λιοστάσια, καθαρίστηκαν και κλαδεύτηκαν, ενώ κάποια άλλα ξεριζώθηκαν και φυτεύτηκαν εξ αρχής με άλλες ποικιλίες ελιάς και, τέλος, ανοίχτηκαν και μερικοί χωματόδρομοι για να εξυπηρετήσουν αυτές τις δραστηριότητες, καθώς και την εγκατάσταση των κεραιών της κινητής τηλεφωνίας, λίγο αργότερα...
Οι μπεκάτσες, φυσικά, όσο προχωρούσαν αυτές οι δραστηριότητες, γινόντουσαν όλο και πιο σπάνιες στα ανοιχτά σημεία που τις έβρισκα. Αρχικά αποτραβήχτηκαν στα γύρω πυκνά με τα πουρνάρια, κάπως πιο ψηλά στη πλαγιά. Και αργότερα, έφτασαν στο βελανιδόδασος, με τις πολλές πυκνούρες, ψηλά στη κορυφή της πλαγιάς. Εκεί πλέον η μπεκάτσα βρέθηκε στο κατ’ εξοχήν περιβάλλον της! Φανταστείτε ένα δάσος βελανιδιάς με υπόροφο ασφάκες, ύψους ενός μέτρου ή και περισσότερο, οι οποίες σε πολλά σημεία ήταν τόσο πυκνές, που με δυσκολία έμπαινε σκύλος μέσα, αλλά ωστόσο, χαμηλά στο έδαφος, σχημάτιζαν άπειρα “μονοπάτια” για να κυκλοφορούν με άνεση οι μπεκάτσες. Ένας σκύλος, πλέον, από περιττός που ήταν, μου είχε γίνει απαραίτητος, τόσο για να βρει και να μπλοκάρει τη μπεκάτσα, όσο και για να την βρει και να την απορτάρει από εκεί που θα έπεφτε, σε περίπτωση επιτυχίας.

Το κυνήγι με σκύλο έδωσε μια νέα διάσταση στο κυνήγι μου! Οι συγκινήσεις αλλά και οι αγωνίες του να αναστήσεις ένα κουτάβι, να το εκπαιδεύσεις, να δεις τη πρώτη του φέρμα σε θήραμα και, τελικά, να εξελιχθεί σε σύντροφο στο κυνήγι αλλά και στο σπίτι, είναι πραγματικά μια εμπειρία ζωής! Είναι πραγματική απόλαυση το κυνήγι της βελουδομάτας, μέσα στο δάσος της βελανιδιάς, μέσα στην ομίχλη, παρακολουθώντας τον σκύλο σου περισσότερο με τον ήχο του κουδουνιού του, παρά με την οπτική επαφή σε κάποια ανοίγματα της βλάστησης και στο τέλος, να μοιράζεστε, μούσκεμα και οι δυο, την όποια επιτυχία ή αποτυχία..! Η μυρωδιά των βρεγμένων δέντρων, με τον ήχο απ’ το καμπανάκι του σκύλου μου, μέσα στην χειμωνιάτικη ησυχία του δάσους, έχουν μείνει τόσο συνυφασμένα στη συνείδησή μου, όσο κάθε εισπνοή που συνοδεύεται πάντα από την αντίστοιχη εκπνοή, καθώς αναπνέω..!


Το κυνήγι της μπεκάτσας τη δεκαετία του ‘90

Κάπως έτσι ξεκίνησε η δεκαετία του ‘90... Δεν ξέρω αν αυτά τα δέκα χρόνια υπήρξαν καθοριστικά για το κυνήγι, γενικότερα στη χώρα μας, αλλά σίγουρα έμελλαν να αποδειχθούν ορόσημο για το κυνήγι της μπεκάτσας!
Η τότε οικονομική άνεση, έκανε προσιτά σε πολύ κόσμο αυτοκίνητα και καύσιμα, με αποτέλεσμα το προσιτό ταξίδι σε απομακρυσμένα κυνηγοτόπια.

Αυτή η άνεση, νομίζω, έπαιξε σίγουρα τον ρόλο της και στην αύξηση, που σημειώθηκε αυτά τα χρόνια, του αριθμού των κυνηγών στη χώρα μας. Δεν είναι σίγουρα τυχαίο το γεγονός ότι την περίοδο 1995-1998, σημειώνονται εισπράξεις-ρεκόρ όλων των εποχών για το Ταμείο Θήρας του κράτους, από τις άδειες κυνηγίου και από τα έσοδα των Ελεγχόμενων Κυνηγετικών Περιοχών!
Επίσης τότε ξεκίνησε ουσιαστικά και η επαφή της πλειοψηφίας των Ελλήνων κυνηγών με τους καθαρόαιμους σκύλους! Με τις πρώτες διεθνείς εκθέσεις μορφολογίας σκύλων που διοργάνωσε ο Κυνολογικός Όμιλος Ελλάδας το 1991 ή 1992, αν θυμάμαι καλά. Ο ΚΟΕ, που πρόσφατα τότε, το 1989, είχε γίνει μέλος της FCI, μας οργάνωσε ως κυνόφιλους και μας παρουσίασε όχι μόνο ελληνικούς σκύλους, αλλά και ζώα από άλλες ευρωπαϊκές χώρες, με αποτέλεσμα ν’ ανοίξει ο κυνοφιλικός μας ορίζοντας.
Μαζί με όλα αυτά, ...ξαφνικά, ...“απ’ το πουθενά!” όπως λέμε, το κυνήγι της μπεκάτσας έγινε.. της μόδας! Εκεί που υπήρχαν “τσιχλάδες” και λαγάδες”, “παπιατζήδες” και “γουρουνάδες”, τώρα όλοι θέλαμε να κυνηγήσουμε μπεκάτσα και να γίνουμε “μπεκατσάδες”! Ξαφνικά, ως δια μαγείας, οτιδήποτε θα μπορούσε να χρειάζεται ένας κυνηγός, απέκτησε και μια.. “εξειδικευμένη” έκδοση για το κυνήγι της μπεκάτσας και μετονομάστηκε σε.. “μπεκατσο-κάτι”!!!

Έτσι αποκτήσαμε, αντίστοιχα, τα.. μπεκατσο-φύσιγγα, τα.. μπεκατσο-ντούφεκα, τα μπεκατσο-παντέλονα, τα μπεκατσό-σκυλα, τις μπεκατσο-γαλότσες...! Εμείς γίναμε μπεκατσο-κυνηγοί, που ασχολούμασταν με το μπεκατσο-κυνήγι, σε μπεκατσο-τόπια και βλέπαμε μπεκατσο-βίντεο που κυκλοφορούσαν και διαβάζαμε μπεκατσο-βιβλία...! Κάπου εδώ εμφανίζεται και ο.. σχεδόν λογοτεχνικός όρος: “βελουδομάτα”, για την μπεκάτσα! Μόνο εγώ, όπως φαίνεται, δεν τον είχα ακούσει ή διαβάσει πιο πριν! Γιατί, εκτός από “μπεκάτσα”, μόνο σαν.. “ξυλόκοτα” την ήξερα...!!! Δεν υπάρχει αμφιβολία: η μόδα της μπεκάτσας, είχε έρθει για να μείνει και όλο το σύμπαν συνωμοτούσε προς αυτή τη κατεύθυνση, όπως θα έλεγε και ο Κοέλιο!
Μέσα σε αυτό το κυνηγετικό κάδρο βρέθηκα κι εγώ. Αρχικά φάνηκε ότι η ένταξη του σκύλου στο κυνήγι είχε αποκαταστήσει, αν και όχι απόλυτα, την έλλειψη της μπεκάτσας από τα χαμηλώματα. Μπορεί, πλέον, να χρειαζόμουν σκύλο για να βρω κάποιο πουλί, αλλά δεν το σκεφτόμουν καν αυτό. Με αποζημίωνε η χαρά της αναζήτησης του θηράματος από τον σκύλο μου, η αναμονή της φέρμας, τα τερτίπια της μπεκάτσας μπροστά στον σκύλο. Η ντουφεκιά είχε σαφώς δυσκολέψει μέσα στο δάσος της βελανιδιάς, αλλά ακόμα μπορούσα να δω προς τα που θα έφευγε το πουλί, οπότε πηγαίνοντας προς εκείνη τη κατεύθυνση, σχεδόν πάντα το ξανασήκωνα μέσα σε 60, 80 ή το πολύ 100 μέτρα. Σε ακραίες περιπτώσεις θα έφτανε στα 150 μέτρα για να ξανακαθίσει, αλλά και αυτό θα συνέβαινε αν είχε μεσολαβήσει και δεύτερο άκαρπο σήκωμα. Πιο πολύ όμως απολάμβανα ένα χαρακτηριστικό τερτίπι αυτού του πουλιού μπροστά στον σκύλο: πολλές φορές, πριν την φερμάρει τελικά ο σκύλος, προσπαθούσε να τον αποφύγει, εκτός απ’ το ποδάρωμα και με μικρές, χαμηλές και ήσυχες πτήσεις των 15 ή 20 μέτρων και ξανακάθονταν, θεωρώντας ότι είχε ξεφορτωθεί τον ενοχλητικό που της χαλούσε την ησυχία της! Έτυχε να δω πολλές φορές αυτή τη συμπεριφορά της μπεκάτσας και πάντα απολάμβανα τη προσπάθεια του σκύλου μου να καταλάβει τι έγινε και να την ξαναβρεί εκεί που είχε κάτσει. Κάπου, μάλιστα, είχα διαβάσει ότι αυτή η συμπεριφορά της, ήταν τα λεγόμενα.. “βατραχοπηδήματα” της μπεκάτσας!

Με το κυνήγι αυτό όμως, σταδιακά, εγκατέλειψα τα υπόλοιπα κυνήγια μου! Δεν θυσίαζα, πλέον, κάποια έξοδο σε άλλο θήραμα, όχι μόνο γιατί με είχε συναρπάσει το κυνήγι με σκύλο, αλλά και γιατί θα έπρεπε να δείχνω θηράματα στον σκύλο μου, αν ήθελα να αποδίδει στο κυνήγι, αποκτώντας όσο το δυνατόν περισσότερες εμπειρίες.
Βρέθηκα, ωστόσο, να αντιμετωπίζω μια καινούργια κατάσταση: ενώ μέχρι τότε κυνηγούσα, όλα τα χρόνια, μόνος στη.. κορυφή “μου”, κάποιον Δεκέμβρη είδα κι ένα αυτοκίνητο με συνάδελφους κυνηγούς από την όχι και τόσο κοντινή πόλη! Δεν καταφέραμε, βέβαια, ούτε καν να συναντηθούμε εκείνη τη μέρα, αλλά κατά τα τέλη Ιανουαρίου, εμφανίστηκε και μια δεύτερη παρέα κυνηγών! Την επόμενη χρονιά, γύρω στα μέσα Νοεμβρίου, εμφανίστηκαν τέσσερις συνολικά παρέες, οι οποίες ερχόντουσαν κάθε σαββατοκύριακο, ίσως και κάποιες καθημερινές, που εγώ δεν κυνηγούσα και πλέον πέφταμε ο ένας πάνω στον άλλον στο κυνήγι! Ώσπου κάποια μέρα μέτρησα έξι διαφορετικές παρέες και το μέχρι τότε δάσος “μου” έχασε την ησυχία του, γιατί δεν είχε το ανάλογο μέγεθος, για να φιλοξενήσει τόσους κυνηγούς και σκύλους. Μοιράστηκαν φυσικά και τα θηράματα του, που πλέον δεν ήταν αρκετά για κανέναν μας. Είχε έρθει η ώρα ν’ αναζητήσω ένα άλλο δάσος “μου”..! Πριν λίγους μήνες είχα αγοράσει το πρώτο μου 4x4 και επειδή πάντα μου άρεσε η εκτός δρόμου οδήγηση, ήταν μια επιπλέον απόλαυση για εμένα, να.. καταπίνω δεκάδες χιλιόμετρα χωματόδρομων και να τσεκάρω μπεκατσοτόπια, μέχρι να βρω αυτό που θα μου άρεσε.
Στα επόμενα χρόνια θα αποδεικνύονταν ότι, δυστυχώς, θα ακολουθούσα πολλές φορές αυτή τη πρακτική, αναζητώντας όλο και πιο μακρινά δάση...

Η μπεκάτσα του 2000


Ο ερχομός της νέας χιλιετίας δεν άλλαξε κάτι σημαντικό στη γενικότερη κυνηγετική πραγματικότητα που περιγράφω. Θα μπορούσα να πω ότι σ’ αυτή τη δεκαετία και σε ό,τι αφορά τη μπεκάτσα, ξεχωρίζουν δυο χαρακτηριστικά: το εντελώς ανήθικο βραδινό καρτέρι της, που γίνεται πλέον μόδα και τη θεαματική ένταξη, στα κυνηγετικά μας αξεσουάρ, της υψηλής τεχνολογίας. Ηλεκτρονικές συσκευές υπήρχαν βέβαια και νωρίτερα, αλλά, νομίζω, ότι τώρα η αγορά τους γνωρίζει πραγματική άνθιση!
Από κασετόφωνα με φωνές πουλιών και ασυρμάτους, μέχρι κολάρα σκύλων για το γάβγισμα, για την εκπαίδευση, για την έρευνα του σκύλου μας, για τη φέρμα, με ή χωρίς κραυγή γερακιού, ακόμα και με.. gps, για να μη χάνουμε το σκύλο μας!!! Δεν θα μπω στη λογική του τι, απ’ όλα αυτά, επιτρέπεται και τι απαγορεύεται από τη νομοθεσία μας για το κυνήγι. Αυτό που έχει σημασία να συνειδητοποιήσουμε είναι το γεγονός ότι κάποιοι φυσητοί κράχτες, που υπήρχαν και που η χρήση τους ήθελε και κάποια τέχνη, αντικαταστάθηκαν από ηλεκτρονικούς κράχτες...
Το παραδοσιακό σφύριγμα με το στόμα ή τα δάχτυλα, για τη συνεννόηση μεταξύ της παρέας των κυνηγών, αντικαταστάθηκε από τους ασύρματους και τα κινητά τηλέφωνα...
Το κλασικό καμπανάκι του σκύλου, αντικαταστάθηκε από κάθε είδους beeper...
Προσωπικά και ύστερα από τόσα κυνηγετικά χρόνια, είχα την ευτυχία να μπορώ να μετράω, πλέον, πολλές συναντήσεις και εμπειρίες με τη μπεκάτσα. Ωστόσο, είχα αρχίσει να διαπιστώνω αλλαγές στη συμπεριφορά της, σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια. Αρχικά, σπάνια! Αλλά όσο περνούσαν τα χρόνια, όλο και πιο συχνά..! Συναντούσα πουλιά που, μετά το πρώτο σήκωμα, έφευγαν μακρύτερα από το συνηθισμένο. Είδα πολλές φορές να απομακρύνονται πάνω από 200 μέτρα, από το σημείο που έφευγαν. Πλέον, ήταν απίθανο να ξαναβρείς πουλί, αν είχε αποβεί άκαρπο και το δεύτερο σήκωμα. Και λίγο αργότερα θα συνειδητοποιούσα ότι, αν δεν κατάφερνα να πάρω το πουλί στο πρώτο σήκωμα, πρακτικά ήταν χαμένο. Δεν υπήρχε δεύτερη ευκαιρία γιατί πετούσε σε απίθανες αποστάσεις! Ήταν πιο πιθανό να βρεις μια άλλη μπεκάτσα, παρά αυτή που μόλις είχες σηκώσει.
Σιγά-σιγά άρχισα να συναντώ όλο και πιο συχνά τις λεγόμενες “ζεστές θέσεις”. Μπεκάτσες, δηλαδή, οι οποίες ήταν καθισμένες μέχρι και πριν λίγα δευτερόλεπτα σε μια θέση, αλλά τώρα, απλά.., δεν ήταν εκεί! Και το μόνο που μου απέμενε ήταν μια σύντομη λευκή φέρμα και μια ζεστή, ολόφρεσκη κουτσουλιά. Δεν μπορούσα, δηλαδή, να μιλήσω ούτε καν για σήκωμα!
Σε συζητήσεις με φίλους, προσπαθώντας να εξηγήσουμε αυτές τις συμπεριφορές, που είχαν αντιμετωπίσει και οι ίδιοι, τη μια μιλάγαμε για νευρικά πουλιά, την άλλη μιλάγαμε για τον αέρα, που ενοχλούσε τις μπεκάτσες, για πονηρεμένα πουλιά και για ένα σωρό άλλες εικασίες, χωρίς όμως να φτάνει κανείς μας σε κάποια πειστική εξήγηση.
Και η κατάσταση, δυστυχώς, χειροτέρευε! Λίγο αργότερα, όποτε μπορούσα να έχω ελεύθερο οπτικό πεδίο, είδα πολλές φορές μπεκάτσες να σηκώνονται σε απίστευτα μακρινές αποστάσεις, ακόμα και 100 έως 150 μέτρα μπροστά απ’ τον σκύλο μου! Προφανώς χωρίς καμιά ενόχληση, χωρίς κανέναν απολύτως λόγο! Υποψιάστηκα το καμπανάκι του σκύλου μου και, για να πειραματιστώ και να μπορέσω να πάρω μια φέρμα, ξεκίνησα σε πολλά κυνήγια μου να κυνηγώ χωρίς καμπανάκι. Με όσες δυσκολίες συνεπάγονταν αυτή η πρακτική, γιατί, φυσικά, δυσκολευόμουν πολύ να παρακολουθήσω τον σκύλο μου. Σε κάποια πουλιά, αρχικά, δούλεψε το κόλπο, αλλά μετά από λίγο και ιδίως τα πιο πονηρεμένα πουλιά, εξακολουθούσαν να φεύγουν από μακριά. Τα τελευταία χρόνια διαβάζω όλο και πιο συχνά αναφορές συναδέλφων κυνηγών που περιγράφουν παρόμοια συμπεριφορά στις μπεκάτσες που συναντούν. Πρόσφατα μάλιστα διάβασα ένα σχόλιο συνάδελφου, που επειδή ήταν σε βολικό σημείο, παρατηρούσε τον συγκυνηγό του, μπροστά από τον οποίο και μπροστά κι απ’ το σκύλο του, σηκώθηκαν, διαδοχικά, δυο διαφορετικές μπεκάτσες, χωρίς καν να τις δει (ο συγκυνηγός του) και οι οποίες, αφού πέταξαν σε σχήμα ενός μεγάλου ημικύκλιου, πήγαν και κάθισαν πάλι πίσω από τη πλάτη του συγκυνηγού, μακριά, στην κατεύθυνση από την οποία αυτός είχε έρθει! Είχαν αντιληφθεί ότι πλησιάζει σκύλος και κυνηγός και όχι μόνο είχαν απομακρυνθεί ήσυχα και έγκαιρα, αλλά κατευθύνθηκαν και σε σημείο το οποίο είχε ήδη προσπεράσει ο κυνηγός!
Συναντώ όλο και πιο συχνά συνάδελφους που χρησιμοποιούν beeper στα σκυλιά τους αντί για καμπανάκι και μου το έχουν προτείνει κι εμένα να το χρησιμοποιήσω, γιατί είναι, λέει, πιο αποτελεσματικό. Έχει γίνει, νομίζω, κι αυτό μόδα! Ελπίζω μόνο να μην συναντήσω και στα δικά μας βουνά, κάποιον κυνηγό σαν έναν Αμερικάνο συνάδελφο, ο οποίος φορτώνει με τρία (!) ή και τέσσερα (!!!) beeper τους σκύλους του στο κυνήγι..! Όπως ο ίδιος παραδέχεται:
Σε ό,τι αφορά εμένα.., ειλικρινά.., δεν ξέρω τι ακριβώς θα μου πρόσφερε ένα beeper στο κυνήγι, αλλά αρνούμαι συνειδητά και πεισματικά να το βάλω στο σκύλο μου. Δεν νομίζω ότι υπάρχει κάτι πιο ξενέρωτο από τον ήχο ενός beeper, μέσα στο δάσος, κυνηγώντας τη μπεκάτσα! Και δεν είναι, άλλωστε, εκεί το θέμα.
Για εμένα, το θέμα είναι στο γιατί οι μπεκάτσες έχουν υιοθετήσει αυτή τη διαφορετική συμπεριφορά...

Σκέψεις για την μπεκάτσα...

Ένας απλός κυνηγός είμαι, όπως και οι χιλιάδες άλλοι κυνηγοί της χώρας μας. Ούτε καν ένας κυνηγός που ασχολείται αποκλειστικά με το κυνήγι της μπεκάτσας. Ειδικά για το συγκεκριμένο θήραμα, δεν πιστεύω ότι μπορεί κάποιος να θεωρήσει τον εαυτό του “ειδικό”, γιατί στο κυνήγι αυτό, όλοι συνεχώς μαθαίνουμε και δεν παίρνουμε ποτέ την.. “ειδικότητα”. Επίσης, δεν έχω κάποια σχετική επιστημονική κατάρτιση για το θέμα, ώστε να έχει η άποψή μου την αντίστοιχη βαρύτητα. Απλά.. έτυχε, ν’ αγαπήσω τη μπεκάτσα σαν θήραμα, ν’ αγαπήσω τα δάση που περπάτησα για να την βρω και να είμαι ένας προσεκτικός παρατηρητής σε όσα συνέβαιναν πριν, κατά τη διάρκεια και μετά από κάθε συνάντησή μου μαζί της. Όλα όσα γράφω, λοιπόν, δεν είναι τίποτε περισσότερο από μια καταγραφή των σκέψεών μου.
Η μπεκάτσα ζει μια μυστηριώδη, απόκρυφη και μοναχική ζωή και δεν είναι τυχαίο ότι ακόμα και σήμερα, λείπουν ουσιώδεις επιστημονικές γνώσεις για τη βιολογία του είδους αυτού. Σε γενικές γραμμές, είναι ένα νυκτόβιο πουλί που θα δραστηριοποιηθεί το σούρουπο και θα πετάξει από το κατάλυμά της για να βρει να βοσκήσει, όλη τη νύχτα, σε κάποιο λιβάδι. Κάπου εκεί κοντά θα υπάρχει και καθαρό νερό, το οποίο είναι απαραίτητο στη μπεκάτσα, γιατί, ίσως, είναι πολύ κοκέτα και αμέσως μετά το ολονύκτιο φαγοπότι της, θα θέλει να καθαριστεί από λάσπες, χώματα και από τις βλέννες των σκουληκιών που έχει καταβροχθίσει και έχουν λερώσει τη μύτη της! Χορτάτη, λοιπόν, και πεντακάθαρη, νωρίς το χάραμα, θα ξαναπετάξει για να περάσει την ημέρα της κρυμμένη, σε κάποιο προσεκτικά επιλεγμένο, πυκνό, σημείο του κοντινού δάσους, που της παρέχει, όχι μόνο ησυχία και προστασία από τους εχθρούς της, αλλά και περισσότερες από μια οδούς διαφυγής, αν τυχόν χρειαστεί. Αυτά, λοιπόν, είναι τα σημεία που την αναζητούμε κι εμείς με τους σκύλους μας: στα γιατάκια της! Σ’ αυτά τα σημεία παίρνουμε και τις θεαματικότερες, ίσως, φέρμες, γιατί η μπεκάτσα δεν θέλει να πετάξει. Έχει εμπιστοσύνη στο γιατάκι της, νοιώθει ασφαλής κι έχει προβλέψει τη διαφυγή της, έχει εμπιστοσύνη στα μάτια και στα χρώματα που τη προίκισε η φύση, αλλά και γιατί είναι.. “βαριά” από το φαγοπότι της!
Δεν νομίζω ότι γράφω κάτι καινούργιο. Αυτή η ρουτίνα της μπεκάτσας είναι, λίγο-πολύ, γνωστή στους περισσότερους κυνηγούς. Ωστόσο, όμως, δεν εξηγεί το πως συναντούσαμε πουλιά, μέρα-μεσημέρι, σε ανοιχτά μέρη και μάλιστα χωρίς σκύλο! Γιατί άραγε σηκώνουμε σπάνια πια μπεκάτσες με τα πόδια; Θα τολμήσω να δώσω μια εξήγηση. Είχα διαβάσει σε κάποια μελέτη ότι οι αγριόπαπιες, που είναι επίσης νυκτόβια είδη, σε μέρη που, για διάφορους λόγους, νοιώθουν ασφάλεια, αλλάζουν τη ρουτίνα τους και τρέφονται την ημέρα αντί τη νύχτα! Μήπως κάτι ανάλογο συνέβαινε και με τις μπεκάτσες; Προσέξτε λίγο το ράμφος στις μπεκάτσες που παίρνετε! Ίσως έχει συμβεί και σ’ εσάς, πάντως τα πουλιά που έχω πάρει εγώ με τον σκύλο μου, είχαν σχεδόν πάντα ένα πεντακάθαρο ράμφος, σε αντίθεση με τα πουλιά που σήκωσα με τα πόδια, τα οποία σχεδόν πάντα είχαν χώματα ή λάσπες στο ράμφος τους! Το λερωμένο ράμφος στη μπεκάτσα είναι ένα αλάθητο σημάδι, ότι το συγκεκριμένο πουλί ήταν σε σημείο και σε χρόνο αναζήτησης της τροφής του! Νομίζω ότι, πλέον, η μπεκάτσα δεν αισθάνεται ασφάλεια να βοσκήσει τις πρωινές ώρες, σε ανοιχτά μέρη όπου θα μπορούσαμε να τη συναντήσουμε ακόμα και χωρίς σκύλο.

Αν.. σμικρύνω, για να δω ολόκληρη, την εικόνα απ’ αυτό το μικρό, προσωπικό μου οδοιπορικό των τελευταίων τριάντα περίπου χρόνων, είμαι αναγκασμένος να καταλήξω σ’ ένα συμπέρασμα: την μπεκάτσα την εκπαιδεύουμε! Και νομίζω ότι η μπεκάτσα διαθέτει περισσότερη νοημοσύνη, απ’ ό,τι γενικά πιστεύεται, αν κρίνω από το πόσο καλή μαθήτρια αποδεικνύεται..!
Την εκπαιδεύουμε διώχνοντάς την μακριά από μέρη που βοσκούσε, με την γενικότερη ανθρώπινη δραστηριότητά μας. Χτίζουμε εγκαταστάσεις, επεκτείνουμε τα κτήματά μας, βάζουμε φωτιές για να βρίσκουν χορτάρι τα ζώα μας, κόβουμε δέντρα παράνομα και για να τα κάνουμε αυτά, αλλά και πολλά άλλα, ανοίγουμε καινούργιους δρόμους, ακόμη και στα πιο δυσπρόσιτα σημεία των βουνών, αλλάζοντας δραστικά τον ζωτικό της χώρο.
Σαν κυνηγοί, την εκπαιδεύσαμε μαθαίνοντάς της, αρχικά, τι είναι ένας άνθρωπος με όπλο, και μεταγενέστερα, τι είναι ένας σκύλος μαζί μ’ έναν άνθρωπο με όπλο. Και οι.. “εκπαιδεύσεις” αυτές έγιναν πολύ συχνές. Ώσπου στο τέλος το εμπέδωσε το “μάθημα” η μπεκάτσα: “...Δεν θα βοσκήσω ποτέ το πρωί, μόνο βράδυ και θα πάω να κρυφτώ σε όσο πιο πυκνό μπορώ να βρω! Αν τύχει και μ’ ανακαλύψει σκύλος, το να παραμείνω αθέατη, ακούνητη στη θέση μου, είναι πολύ μεγαλύτερο ρίσκο, από το να ξεβολευτώ και να πετάξω! Όσο πιο μακριά και, κυρίως, όσο πιο έγκαιρα πετάξω, τόσο πιο πολλές είναι και οι πιθανότητες να μην με ξαναβρούν και να μ’ αφήσουν μετά στην ησυχία μου...”!
Είναι βέβαιο ότι σήμερα δεν υπάρχουν πια οι αριθμοί των θηραμάτων που υπήρχαν πριν τριάντα ή πενήντα χρόνια... Οι αλλαγές που επιφέρουν οι ανθρώπινες δραστηριότητες στο περιβάλλον, για να μπορέσει να ζήσει και να ευημερήσει ο άνθρωπος, είναι η κυριότερη αιτία και με μεγάλη διαφορά από τις υπόλοιπες αιτίες. Άρα και οι μπεκάτσες, αριθμητικά, μάλλον έχουν κι αυτές λιγοστέψει. Ωστόσο, δεν είμαι βέβαιος ότι ο μικρότερος αριθμός ατόμων κάποιου είδους, αρκεί από μόνος του για να αλλάξει η συμπεριφορά των ατόμων του είδους αυτού. Η συμπεριφορά της πανίδας αλλάζει όταν προκύπτουν καινούργιες συνθήκες, τις οποίες κάθε είδος καλείται να αντιμετωπίσει για να επιβιώσει. Αυτό κάνει και η μπεκάτσα: επιβιώνει!
Όσο καλύτερα, λοιπόν, την εκπαιδεύσουμε εμείς, τόσο ευκολότερα αυτή θα μπορέσει να επιβιώσει. Το ερώτημα, όμως, που προκύπτει, και αφορά πλέον εμάς, ως κυνηγούς, είναι το εξής: αν συνεχίσουμε να εκπαιδεύουμε τις μπεκάτσες, έτσι όπως κάνουμε μέχρι σήμερα, για πόσο καιρό ακόμα θα καταφέρνουν να τις φερμάρουν τα σκυλιά μας;



: ypethros.blogspot.gr






.

Top

© Giorgio Peppas



Welcome in Greece