Welcome in Greece
ΚΥΝΗΓΙ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ KΑΙ ΟΧΙ ΜΟΝΟ
Welcome in Greece
 Welcome in Hellas 
 

ΑρχικήInitial ΠίσωBack

ΣΤΟ ΚΑΤΟΠΙ ΤΩΝ ΜΙΚΡΩΝ ΑΠΟΔΗΜΗΤΙΚΩΝ

Ο Δεκέμβρης έχει μπει πια για τα καλά και η παρουσία των αποδημητικών θηραμάτων είναι έντονη εξάπτοντας το ενδιαφέρον των κυνηγών. Από όλα τα μέρη της Ελλάδας οι πληροφορίες είναι αρκετά αισιόδοξες και ο κυνηγετικός πυρετός βρίσκεται σε έξαψη. Τα θηράματα που υπάρχουν αυτή την εποχή σε μεγάλη αφθονία είναι όλα τα είδη τσιχλών, τα κοτσύφια, οι φάσσες, οι μπεκάτσες και τα υδρόβια. Οι μπεκάτσες έχουν κάνει πολύ αισθητή την παρουσία τους, από μόνες τους δε αποτελούν το αντικείμενο ενός άρθρου.

Τα υδρόβια θα αποτελέσουν το αντικείμενο που θα ασχοληθούμε σε προσεχή τεύχη, αφού είναι καθαρά χειμερινά θηράματα. Ας προσπαθήσουμε όμως να λύσουμε μερικές απορίες που έχουν οι κυνηγοί πάνω στη συμπεριφορά των θηραμάτων, όπως επίσης πού πρέπει να τα αναζητούμε, πώς πρέπει να κινηθούμε στο χώρο, αλλά και τι εξοπλισμό πρέπει να χρησιμοποιήσουμε. Μία από τις μεγαλύτερες ομάδες θηραμάτων που θα απασχολήσουν τους κυνηγούς μέχρι ίο τέλος της κυνηγεπκής σεζόν είναι τα τσιχλοκότσυφα.

Η κυνηγετική σεζόν, στης οποίας στο μέσο βρισκόμαστε, έχει μέχρι τώρα χαρακτηριστεί από μια αθρόα «εισβολή» αμέτρητων κοπαδιών από όλα τα είδη τσίχλας, κυρίως όμως από τσίχλες και κοτσύφια. Ειδικά τα κοτσύφια είχαν μεγάλη πυκνότητα σε σχέση με άλλες προηγούμενες χρονιές. Το μεγάλο ερώτημα που προκύπτει από όλη αυτή την κατάσταση είναι ποια από αυτά τα πουλιά θα παραμείνουν και σε ποιες περιοχές θα μπορέσουμε να τα συναντήσουμε σε μεγάλες πυκνότητες.

Οι τσίχλες για να παραμείνουν σε μια περιοχή πρέπει αυτή να προσφέρει αρκετή κάλυψη με δέντρα και θάμνους, να υπάρχει άφθονη τροφή ώστε τα πουλιά να μην είναι αναγκασμένα να πραγματοποιούν μεγάλες μετακινήσεις για να ικανοποιήσουν τις ημερήσιες ανάγκες τους και να υπάρχει και νερό σε κοντινή απόσταση.

Οι καιρικές συνθήκες, όπως εξελίσσονται μέχρι τώρα, έχουν δημιουργήσει συγκεκριμένες συνθήκες στους κυνηγότοπους. Οι βροχές στην αρχή άργησαν πολύ να πέσουν σε πολλά μέρη της χώρας μας ξεκινώντας σε πολλές περιοχές από τα μέσα του Οκτωβρίου, πράγμα που έχει ως συνέπεια να μην έχει φυτρώσει ακόμα αρκετό χορτάρι. Ακόμα και τις βροχές που έπεσαν ακολούθησαν ισχυροί βόρειοι άνεμοι που έχουν ως αποτέλεσμα να στεγνώσει και πάλι το έδαφος, με συνέπεια να μην έχει, ιδιαίτερα σε ορισμένες περιοχές της χώρας που είναι πιο «ξερικό» το κλίμα, πολύ χορτάρι.
Όλα αυτά βέβαια μας απασχολούν για ένα και μοναδικό σκοπό, να μπορέσουμε να εντοπίσουμε τα θηράματα που μας ενδιαφέρουν.

Τσίχλες

Ας αρχίσουμε όμως από τις τσίχλες, πού και πώς θα τις βρούμε, τι πρέπει να προσέξουμε εξετάζοντας όλα τα θηρεύσιμα είδη.

Πρώτη κατά σειρά μεγέθους είναι η δεντρότσιχλα , η οποία προτιμά να παραμένει σε αρκετά μεγάλα υψόμετρα και ιδιαίτερα σε τόπους όπου υπάρχουν ανοίγματα με διάσπαρτα έλατα και κέδρα. Εκεί περνά το μεγαλύτερο μέρος της μέρας τριγυρίζοντας από κορφή σε κορφή ή κάτω στο έδαφος αναζητώντας την αγαπημένη της τροφή, που είναι τα σκουλήκια.
Είναι το μοναδικό είδος τσίχλας που αντέχει σε πολύ αντίξοες συνθήκες, όπως ο πάγος και το χιόνι, και μόνο σε πολύ άσχημες καταστάσεις εγκαταλείπουν τα ψηλά βουνά για να κατέβουν σε χαμηλότερα υψόμετρα και στους κάμπους αποφεύγοντας κυρίως τον παγετό.

Είναι χωρίς αμφιβολία ένα δύσκολο, πονηρό πουλί, που από εμάς απαιτεί να κινηθούμε με διακριτικότητα στον κυνηγότοπο και να επιλέξουμε το καρτέρι μας μετά τη μελέτη των κινήσεων ίων τσιχλών.
Με αυτόν το τρόπο μπορούμε να εντοπίσουμε σημεία (δέντρα ή θάμνους) στα οποία τα πουλιά δείχνουν μια ιδιαίτερη προτίμηση και σχεδόν στο σύνολο τους δεν θα παραλείψουν να τα επισκεφθούν.
Κοντά σε αυτά τα σημεία θα κάνουμε το καρτέρι μας. Έχουμε πάντα στο μυαλό μας ότι πρέπει να περιορίσουμε τις μετακινήσεις, αλλά και τις κινήσεις στο καρτέρι μας, γιατί οι δεντρότσιχλες μπορούν να μας αντιληφθούν από μακριά.
Το κακό σε αυτές τις περιπτώσεις είναι ότι δεν απομακρύνεται μόνο αυτή που μας είδε, αλλά και όλες όσες είναι γύρω της. Αυτό οφείλεται στο ότι οι δεντρότσιχλες ζουν σε ομάδες αρκετών ατόμων που είναι σκορπισμένα σε ένα χώρο, ενώ πάντα υπάρχουν άτομα που επιτηρούν γύρω για τυχόν κινδύνους.
Όποια μας εντοπίσει απομακρύνεται ειδοποιώντας όλες τις υπόλοιπες και απομακρύνονται όλες μαζί. Αυτός είναι και ο λόγος που είναι πολύ αμφίβολα τα αποτελέσματα του περπατητού κυνηγιού στις δεντρότσιχλες.
Είναι δε σχεδόν σίγουρο ότι όλες οι προσπάθειές μας να πλησιάσουμε τη δεντρότσιχλα που κάθεται και φωνάζει στην κορφή ενός έλατου μπροστά μας θα καταλήξουν άκαρπες.
Οι γερακότσιχλες είναι το δεύτερο κατά σειρά μεγέθους είδους τσίχλας που θηρεύεται στη χώρα μας.0πως οι δεντρότσιχλες, οι γερακότσιχλες ζουν σε κοπάδια που κατά κανόνα είναι μεγαλύτερα σε αριθμό.
Στην αρχή της περιόδου τις βρίσκουμε σε περιοχές όπου υπάρχουν πολλά κέδρα και μπορεί να τις βρούμε ανακατεμένες με τις δεντρότσιχλες, μόλις όμως πέσει η θερμοκρασία είναι σχεδόν σίγουρο ότι θα οι γερακότσιχλες θα κατευθυνθούν προς τις πεδινές περιοχές.
Στις περισσότερες των περιπτώσεων θα τις αναζητήσουμε στους τόπους όπου αναζητούν την τροφή τους και θα κάνουμε το καρτέρι μας κάπου εκεί κοντά.

Οι γερακότσιχλες έχουν μεγάλη αδυναμία στα μήλα, σε τέτοιο βαθμό μάλιστα που είναι σχεδόν αδύνατον να μη βρούμε μερικές κοντά σε μέρη όπου υπάρχουν χωράφια με μηλιές.
Τα αμπέλια όπου υπάρχουν υπολείμματα από σταφύλια είναι ακόμα ένας πόλος έλξης για τις γερακότσιχλες, καθώς και οι συκιές όπου στη βάση τους αναζητούν τα ξερά σύκα που έχουν πέσει από το καλοκαίρι.

Βόρειο Ελλάδα

Στη Βόρεια Ελλάδα, όπου υπάρχουν εκτεταμένες φυτείες από βαμβάκι, οι γερακότσιχλες αναζητούν την τροφή τους εκεί και ιδιαίτερα σε περιόδους που αυτά είναι πλημμυρισμένα στη βάση τους τρώγοντας τους σπόρους τους.

Στο κυνήγι με καρτέρι τουλάχιστον για όλα τα είδη τσίχλας αυτό που παίζει σημαντικό ρόλο είναι η ακινησία, τουλάχιστον από τη στιγμή που μπαίνουμε μέσα στο οπτικό πεδίο των τσιχλών, επωμίζουμε το όπλο μας όταν πλέον το πουλί είναι εντός του πεδίου βολής μας και δεν έχει πολλά περιθώρια να μας αποφύγει.

Σημαντικό και για τα δύο αυτά είδη είναι τα ρούχα μας να είναι, τουλάχιστον χρωματικά, όμοια με το γύρω χώρο και καλό είναι να αποφεύγουμε τα ρούχα με έντονους χρωματισμούς.
Οι κελαηδότσιχλες ή, κοινώς, τσίχλες έχουν μεγάλη αδυναμία στον καρπό της ελιάς και όχι αδικαιολόγητα, αφού αποτελεί μια πολύ πλούσια τροφή σε μεγάλη αφθονία, πράγμα που επιτρέπει στις τσίχλες να τρώνε πλούσια σε μικρό χρονικό διάστημα και κυρίως χωρίς να είναι εκτεθειμένες σε κινδύνους.
Βασικός λοιπόν παράγοντας για να έχουμε επιτυχία στο περπατητό κυνήγι για τις τσίχλες είναι να εντοπίσουμε λιοστάσια όπου υπάρχει άφθονος καρπός, είναι σχεδόν σίγουρο ότι οι γύρω από εκεί θάμνοι, αλλά και οι ίδιες οι ελιές θα έχουν αρκετές τσίχλες.

Άλλες τροφές που είναι αγαπημένες της τσίχλας είναι τα βατόμουρα, ο καρπός από το σκίνο, ο καρπός του αρκουδόβατου, καθώς επίσης τα σκουλήκια και τα σαλιγκάρια.
Σημαντικό σε μια περιοχή είναι να γνωρίζουμε ποιες είναι οι «γωνιές» που προτιμούν τα πουλιά, αλλά και το πώς θα κινηθούμε στο χώρο χρησιμοποιώντας κάθε διαθέσιμη κάλυψη ώστε να μας αντιληφθούν τα πουλιά όταν πλέον βρισκόμαστε στη θέση που θέλουμε εμείς.
Είναι ακόμα πολύ βασικό να πλησιάζουμε τους Θάμνου5 ξέροντας περίπου από πού θα φύγουν οι τσίχλες, αυτό βέβαια γίνεται έπειτα από αρκετές επισκέψεις στον ίδιο τόπο.

Κότσυφας

Ο κότσυφας είναι το άλλο μέλος της οικογένειας που, όπως δείχνει η συμπεριφορά του, είναι ο πιο ντροπαλός από όλους, αλλά και πολύ πονηρός.

Είναι αυτός που θα κρυφτεί στο πιο βαθύ σημείο του θάμνου για να αναζητήσει την τροφή του, αλλά και αυτός που θα τον εγκαταλείψει τελευταίος, συνήθως αφού έχει απομακρυνθεί αρκετά από εμάς, περπατώντας ή αφού έχει αφήσει εμάς να απομακρυνθούμε. Είναι αυτός που θα προτιμήσει την πολύ πυκνή ρεματιά με τα πιο πυκνά πουρνάρια και βάτα.
Η τροφή του είναι σχεδόν η ίδια με της τσίχλας και την ακολουθεί στις μετακινήσεις που πραγματοποιεί το πρωί και ίο βράδυ, όπως και η κοκκινότσιχλα, η οποία όμως ξεχωρίζει από τα υπόλοιπα είδη επειδή σχηματίζει ολιγομελή, αλλά συνεκτικά κοπάδια.
Τα κοπάδια της κοκκινόισιχλας γίνονται αντιληπτά εύκολα από το ιδιαίτερο συρτό κάλεσμα που χρησιμοποιούν.
Αυτό που πρέπει να προσέξουμε ιδιαίτερα στο κυνήγι όλων των ειδών τσίχλας είναι η επιλογή όπλου και φυσιγγιών.

Αυτές οι λεπτομέρειες είναι που μπορεί και να κάνουν τη ζωή μας εύκολη ή να μας κάνουν να αναρωτιόμαστε. Επιλέγουμε το όπλο μας πάντα με γνώμονα την απόσταση στην οποία περιμένουμε ότι θα συναντήσουμε τα πουλιά.

Στο περπατητό και όταν ακόμα τα πουλιά είναι ήσυχα και δεν είναι πολύ κυνηγημένα μια κάννη στα 66 εκ. με 3 ή 4 άστρα και Νο σκαγιών στο 8-9 αποτελεί μια πολύ ευέλικτη λύση για κοντινές συναντήσεις τόσο στο πυκνό όσο και στο βραδινό πέρασμα.
Για μακρινές βολές μια κάννη 66-71 εκ. με σύσφιγξη 2-3 άστρα και με σκάγια 7-8 θα δώσει λύσεις τόσο στο κυνήγι των τσιχλοκοτσύφων όταν περνούν ψηλά, αλλά και στο κυνήγι της δεντρότσιχλας και της γερακότσιχλας.

Φάσσα

Τελευταία αφήσαμε μια μεγάλη πηγή προβλημάτων, αλλά και μεγάλων κυνηγετικών συγκινήσεων όπως είναι η φάσσα.
Το να εντοπίσει κανείς τις φάσσες αυτή την εποχή αποτελεί ένα συνδυασμό τύχης, εμπειρίας, συγκυριών και έρευνας.

Αυτή την εποχή στα μεγάλα υψόμετρα ο παγετός είναι ισχυρός, οι φάσσες θα αναζητήσουν την τροφή τους στους μεγάλους κάμπους όπου υπάρχουν θερισμένα καλαμπόκια. Τη φάσσα ενδιαφέρει η εξεύρεση άφθονης και γρήγορα απολήψιμης τροφής που θα την αφήσει εκτεθειμένη το λιγότερο δυνατό.
Το να εντοπίσουμε ένα κοπάδι φάσσες που χρησιμοποιεί ένα χωράφι για τροφή αποτελεί πραγματικό θησαυρό για τον κυνηγό, ιδιαίτερα όταν αυτό είναι απομονωμένο σε κάποιο μέρος σχετικά περιορισμένο και όχι μέσα σε μια αχανή έκταση με πανομοιότυπα χωράφια.

Οι φάσσες όπως και όλα τα περιστεροειδή ακολουθούν κάθε μέρα σχεδόν πιστά ένα πρόγραμμα, αυτό έχει ως συνέπεια όπου εντοπίσουμε ένα κοπάδι φάσσες, είτε να βόσκει είτε να ξεκουράζεται, αλλά ακόμα και να περνάει από εκεί, να υπάρχει η πιθανότητα να τις ξανασυναντήσουμε εκεί την ίδια χρονική περίοδο μιας επόμενης μέρας να κάνουν ό,τι έκαναν και την πρώτη φορά.

Λεονάρδου Ν Στεφάνου
Δασοπόνου Θηραματολόγου επιστ. συν. της ΚΣΕ

ΕΠΑΝΩ-UP

© Giorgio Peppas