Πολύς λόγος έχει γίνει για τον βαθμό δυσκολίας που παρουσιάζουν στο κυνήγι τα δύο δημοφιλέστατα ενδημικά θηράματα της χώρας μας, η γκρέκα και η τσούκαρ.
Για να μπορέσει κάποιος να έχει ολοκληρωμένη εικόνα των παραγόντων σύγκρισης θα πρέπει να έχει κυνηγήσει και τα δύο αυτά είδη πέρδικας και μάλιστα όχι μόνο μια φορά.
Ας ξεκινήσουμε καταγράφοντας τα ζητούμενα στο κυνήγι αυτών των δύο ειδών πέρδικας:
Κυνήγι γκρέκα
Δύσκολα βουνά, δυσπρόσιτα, σε μεγάλο υψόμετρο, πορείες στο άγνωστο με βάρκα την ελπίδα… Απαιτούνται πόδια γερά, ατσάλινη θέληση, γνώση του βουνού, γνώση του θηράματος. Ακόμα χρειάζονται σκυλιά με πάθος και αντοχή. Οι τουφεκιές που θα χρειαστεί να ρίξει ο κυνηγός είναι δύσκολες αφού το θήραμα είναι έξυπνο, με έντονο το ένστικτο της επιβίωσης…
Κυνήγι τσούκαρ
Δύσκολα βουνά, δυσπρόσιτα, όχι απαραίτητα χαμηλά, με μεγάλο συντελεστή δυσκολίας στο περπάτημα, με σπανιότατες ευκαιρίες να βρεις κατά τη διάρκεια της πορείας νερό. Κι εδώ χρειάζεται καλή γνώση του βουνού αλλά και του θηράματος, καθώς και αντοχή στις υψηλές θερμοκρασίες. Τα σκυλιά και στην τσούκαρ πρέπει να έχουν όλα εκείνα τα στοιχεία που θα τα χαρακτηρίζουν ως περδικόσκυλα. Οι τουφεκιές και σ’ αυτό το κυνήγι δεν είναι εύκολες, αφού η τσουκάρ χαρακτηρίζεται για το ισχυρό αίσθημα αυτοσυντήρησης που τη διακατέχει.
Κάνοντας συγκρίσεις...
Το μεγάλο πλεονέκτημα στο κυνήγι της γκρέκα είναι ότι στο υψόμετρο που κυνηγιέται οι θερμοκρασίες μειώνονται και έτσι γίνονται ακόμα και τις πιο ζεστές ημέρες κάπως πιο φιλικές στον άνθρωπο. Αυτό το πλεονέκτημα μπορεί να λειτουργήσει αντίστροφα και ως μειονέκτημα, γιατί στα «μεγάλα» βουνά, το θήραμα έχει στη διάθεσή του μεγάλο βιότοπο για να κινηθεί. Όμως, σε γενικές γραμμές, ο κυνηγός κυνηγώντας τη γκρέκα έχει περισσότερες ευκαιρίες να ξαποστάσει και να ποτίσει τα σκυλιά του, καθώς ο βιότοπός της προσφέρει τέτοιες ευκαιρίες.
Στο κυνήγι της τσούκαρ μπορεί τα βουνά να μην έχουν τόσο μεγάλο υψόμετρο και οι πορείες να είναι μικρότερες, όμως το μειονέκτημα βρίσκεται στο ότι οι πιθανότητες να βρει νερό είναι ελάχιστες, πράγμα που τον αναγκάζει να κουβαλάει μαζί του νερό (για αυτόν και για τα σκυλιά του) πράγμα που τον επιφορτίζει με πρόσθετο βάρος επί πολλά χιλιόμετρα.
Ένα άλλο μειονέκτημα είναι ότι στα περισσότερα νησιά στους κυνηγότοπους της πέρδικας η βλάστηση είναι χαμηλή με αποτέλεσμα ο κυνηγός να μην μπορεί να βρει εύκολα ένα σκιερό μέρος για να σταθεί με τους σκύλους του για να προστατευθεί για λίγο από τον ήλιο.
Μία άλλη διαφορά που εντοπίζεται στο κυνήγι της τσούκαρ σε σχέση πάντα με το κυνήγι της γκρέκα, είναι σε ό,τι αφορά στις κλιματολογικές συνθήκες που επικρατούν. Στα περισσότερα νησιά η υγρασία βρίσκεται σε υψηλά ποσοστά και επομένως είναι ευνόητο ότι αυτό επηρεάζει αρνητικά τον κυνηγό.
Αν έχεις μπροστά σου ένα μεγάλο βουνό γνωρίζεις ότι το πρωί πρέπει να ανέβεις ψηλά να πιάσεις την κορυφογραμμή, να την περπατήσεις για να βγάλεις τα πουλιά που θα «πέσουν» προς τα κάτω. Μετά σιγά – σιγά κατεβαίνεις προς τα πουλιά που κάποια στιγμή, μετά από ένα ή δύο «πετάγματα» θα «σφίξουν» και θα σου δώσουν τη δυνατότητα να τα πλησιάσεις.
Αν όμως έχεις μπροστά σου μικρά και πολλά βουνά ή υψώματα ή όπως αλλιώς λέγονται, εκ των πραγμάτων είσαι αναγκασμένος να αναβαίνεις και να κατεβαίνεις, περνώντας μέσα από ρεματιές που συνήθως βρίσκονται ανάμεσα από τα βουνά. Όσοι έχουν «κάνει» τέτοια κυνήγια μπορούν να καταλάβουν τη δυσκολία μιας τέτοιας πορείας.
Τέτοια κυνήγια μπορεί να υπάρξουν και στις δύο περιπτώσεις, (και στο κυνήγι της τσούκαρ και στης γκρέκα) με μεγαλύτερη πιθανότητα στο κυνήγι της τσούκαρ, επειδή στα νησιά η μορφολογία του εδάφους είναι κυρίως τέτοια.
Η σημαντικότερη διαφοροποίηση σ’ αυτά τα δύο είδη κυνηγίου παρατηρείται στη συμπεριφορά των θηραμάτων. Και αυτή είναι η κύρια αφορμή των συζητήσεων μεταξύ των κυνηγών για αυτό το θέμα. Οι περισσότεροι που δεν έχουν κυνηγήσει τσούκαρ έχουν την εντύπωση ότι είναι τόσο εύκολο θήραμα ώστε φθάνουν στο σημείο ορισμένες φορές να την αποκαλούν «χαζοπέρδικα»!
Για να μην μπούμε όμως σε αναλύσεις που αφορούν τη βιολογία αυτών των δύο θηραμάτων (που λίγο πολύ είναι πράγματα γνωστά στους περισσότερους) εδώ θα σταθούμε μόνο σε κυνηγετικές παρατηρήσεις για τη συμπεριφορά αυτών των δύο θηραμάτων.
Είναι ξεκάθαρο ότι η συμπεριφορά του θηράματος εξαρτάται από τη μορφολογία του βιότοπου που διαβιεί. Όλα τα θηράματα έχουν ανεπτυγμένο το ένστικτο της αυτοσυντήρησης. Η κυνηγετική πίεση που ασκείται στους πληθυσμούς των θηραμάτων, συμβάλει στο να οξυνθούν τα ένστικτά τους.
Αυτό το αναφέρω γιατί, όταν τα είδη δεν νιώθουν ότι πρέπει να προφυλαχθούν από κάποιο φυσικό εχθρό (δηλαδή αρπακτικά ή κυνηγό), τότε μπορεί να μετατραπούν σε πράα και νωθρά ζώα, όπως πχ. τις δεκαοχτούρες που από τον καιρό που έπαψε να επιτρέπεται το κυνήγι τους, έγιναν σχεδόν οικόσιτες, και το σημαντικότερο, από αποδημητικά εξελίχθηκαν σε μεγάλο ποσοστό σε …ενδημικά.
Πιστεύω ότι το κυνήγι λειτουργεί ευεργετικά και για τα θηράματα… αρκεί βέβαια η θηρευτική πίεση να είναι γίνεται ορθολογικά.
Από τη στιγμή που τα πουλιά ενδημούν σε μια περιοχή βρίσκουν τους τρόπους να προστατευθούν και να βρουν τις απαραίτητες ποσότητες τροφής και νερού που χρειάζονται, αλλά και την απαραίητη κάλυψη για να προφυλαχτούν από τον καιρό και τους φυσικούς εχθρούς τους, τόσο αυτά όσα και τα μικρά τους κατά την περίοδο της αναπαραγωγής.
Αν δεν υπάρχουν αυτές οι προϋποθέσεις, δεν γίνεται να επιβιώσουν τα θηράματα.
Το αμυντικό σύστημα της γκρέκα λειτουργεί εκμεταλλευόμενο τις μεγάλες εκτάσεις που έχει στη διάθεσή της και την πλούσια κάλυψη που της παρέχει η χλωρίδα της περιοχής.
Αντίθετα το ένστικτο της επιβίωσης της τσούκαρ λειτουργεί εκμεταλλευόμενο το ευρύ οπτικό πεδίο που προσφέρουν οι ανοιχτοί χώροι. Τα πουλιά, λόγω της χαμηλής βλάστησης μπορούν να ελέγχουν καλύτερα το οπτικό πεδίο γύρω τους και να καλύπτονται όταν εντοπίσουν κάποιον «εχθρό».
Επίσης στους βιότοπους της τσούκαρ, υπάρχουν αρκετά σημεία που είναι απροσπέλαστα στους κυνηγούς και στους σκύλους τους. Σε αυτά τα σημεία μπορούν να καταφύγουν όταν απειληθούν και να βρουν προστασία όταν αντιμετωπίσουν κάποιο κίνδυνο.
Και στις δύο περιπτώσεις, και η γκρέκα και η τσούκαρ διαθέτουν πολύ ανεπτυγμένο το ένστικτο της αυτοσυντήρησης και αυτό είναι κάτι που το γνωρίζουν οι κυνηγοί και των δύο αυτών θηραμάτων.
Η αντίληψη ότι η τσούκαρ είναι «χαζοπούλι» ίσως να οφείλεται στο ότι τσούκαρ δύναται να αναπαραχθεί και σε τεχνητά εκτροφεία, ενώ η γκρέκα όχι. Ενδεχομένως κάποιοι, να λένε την τσούκαρ «χαζοπούλι» κρίνοντας τη συμπεριφορά των πουλιών που έχουν βγει από τα εκτροφεία.
Όμως η διαφορά του θηράματος εκτροφής (ειδικά εκείνου που δεν έχει «φοιτήσει» για κάποιο διάστημα σε κλωβό εξοικείωσης στο φυσικό περιβάλλον) με το άγριο θήραμα είναι σημαντική τόσο στη συμπεριφορά όσο και στην εξυπνάδα.
Οι πέρδικες που απελευθερώνονται και καταφέρνουν να προσαρμοστούν στο φυσικό περιβάλλον και να ενταχθούν στους πληθυσμούς των άγριων περδίκων αλλάζουν τελείως συμπεριφορά από αυτή που είχαν ως πουλιά εκτροφείου.
Τα πουλιά που έχουν στην «πλάτη» τους δύο και τρεις κυνηγετικές περιόδους είναι απρόβλεπτα και τόσο πολύ άγρια που όχι μόνο δεν είναι εύκολο να κυνηγηθούν αλλά ορισμένες φορές, ούτε καν πλησιάζονται!
Ο άνθρωπος ως θηρευτής συμβάλλει τα μέγιστα στην εξέλιξη των θηρεύσιμων ειδών. Και αυτό γιατί τα θηράματα που διαφεύγουν του κυνηγού είναι τα εξυπνότερα και τα δυνατότερα. Είναι αυτά που αναπαράγουν το είδος με αποτέλεσμα κάθε χρήσιμη πληροφορία και εμπειρία που έχουν αποκτήσει οι γονείς να την μεταβιβάζουν στα μικρά τους.
Εκεί έγκειται και το γεγονός ότι η συμπεριφορά των θηραμάτων αλλάζει με τα χρόνια, σε τέτοιοι βαθμό μάλιστα που κάποιες φορές προκαλεί έκπληξη στους κυνηγούς που για χρόνια «μελετούν» στην πράξη την συμπεριφορά και τις συνήθειές τους.
Πολλά είδη της άγριας πανίδας έχουν δείξει παρόμοιες τάσεις να εξελιχθούν και να προσαρμοστούν στα νέα δεδομένα…Μερικά βέβαια είναι πιο επίμονα και «ξεροκέφαλα», που ενώ τα πάντα γύρω τους αλλάζουν αυτά εμμένουν στις παλιές τους συνήθειές, πράγμα που συντελεί στην μείωση του πληθυσμού τους…
Τέτοια είναι τα είδη που ασχολούνται οι γνωστοί μας «οικολόγοι». Είδη που, παρ’ όλο ότι κανείς δεν τα κυνηγά, παρ’ όλο που δεν έχουν τόσους φυσικούς εχθρούς όσους έχουν οι πέρδικες και οι λαγοί και άλλα είδη που συγκαταλέγονται στον κατάλογο των θηρεύσιμων, ωστόσο, όσο περνάνε τα χρόνια όλο και μειώνονται…
Αυτά τα είδη αν δεν μπουν σε διαδικασία προσαρμογής στα νέα δεδομένα ίσως κλείσουν τον κύκλο της παρουσίας τους στη γη. Όσο και να προστατεύεις το τελευταίο ζευγάρι ενός είδους γύπα, κάποτε, αν δεν έχει αφήσει απογόνους πίσω του, θα κοπεί το νήμα της ζωής του. Είτε από γηρατειά πεθάνει είτε από κάποιο ατύχημα, η ουσία είναι ότι όταν αυτό φύγει, το είδος θα πάψει να υπάρχει.
Οι ακρότητες στη συμπεριφορά απέναντι στα ζώα, πρέπει να εκλείψουν. Η λογική του πρέπει να προστατεύουμε και να διαφυλάσσουμε τα πάντα, δεν αποδίδει τα αναμενόμενα εάν δεν έχουν ληφθεί υπόψη όλες οι παράμετροι. Και οι δεινόσαυροι και οι τυρανόσαυροι κάποτε είχαν όλη την πλάση υπό τον δικό τους έλεγχο, αλλά είδατε τι γίνεται όταν το σύμπαν συνωμοτεί εναντίον σου!
Όμως, αφού ζητήσω συγνώμη που παρεκτράπηκα και ασχολήθηκα εμβόλιμα και σ’ αυτό το άρθρο με τους «φίλους» μας τους αντικυνηγούς, θα πρέπει αναφέρω ακόμα κάτι για τις διαφορές μεταξύ γκρέκα και τσούκαρ.
Το κάθε ένα από αυτά τα είδη έχει τη δική του συμπεριφορά και εκδηλώνει με διαφορετικό τρόπο την αντίδρασή του απέναντι στον κυνηγό ή το σκύλο του.
Σε καμία όμως περίπτωση, ούτε το ένα είδος ούτε το άλλο δεν μπορούν να χαρακτηρισθούν ως εύκολα θηράματα. Αντιθέτως, έχει αποδειχθεί ότι είναι από τα δυσκολότερα και πιο άγρια. Το δε κυνήγι τους χαρακτηρίζεται ως το πιο δύσκολο απαιτώντας πάντα ιδιαίτερα προσόντα.
Το γεγονός ότι στην υπόλοιπη Ευρώπη οι πέρδικες έχουν εξαφανισθεί, εν αντιθέσει με τη χώρα μας που διατηρούνται ακόμα και μάλιστα σε σημαντικούς πληθυσμούς, δεν οφείλεται στην τύχη.
Συμπερασματικά και τα δύο κυνήγια παρουσιάζουν μεγάλο συντελεστή δυσκολίας και η οποιαδήποτε μεταξύ τους σύγκριση θα ήταν άστοχη.
Μερικές δυσκολίες ή ευκολίες που παρουσιάζει το ένα θήραμα λειτουργούν αντίστροφα για το άλλο. Η πραγματικότητα είναι ότι και τα δύο θηράματα ωθούν τον κυνηγό να κάνει κυνήγια «λεβέντικα»
Όσο για τους επικριτές της τσούκαρ δεν έχουν παρά να δοκιμάσουν να την κυνηγήσουν 2 – 3 φορές για να σχηματίσουν ιδία άποψη για το ζήτημα.
Εμείς πιστεύουμε ότι το αποτέλεσμα στη μεταξύ τους σύγκριση είναι Χ (δηλαδή ισοπαλία).
1. Πέρδικα γκρέκα που συναντάμε στα ηπειρωτικά μέρη της χώρας μας.
2. Πέρδικα τσούκαρ. Τα δύο είδη πέρδικας που υπάρχουν στη χώρα μας, διαφέρουν σε λίγα σημεία μεταξύ τους.
3. Τα βουνά της γκρέκα είναι ψηλά και με μεγάλο όγκο. Ο κυνηγός είναι αναγκασμένος να κάνει μεγάλες και κουραστικές πορείες.
4. Στα περισσότερα νησιά τα βουνά δεν είναι ψηλά. Στο περπάτημα όμως είναι και αυτά κουραστικά.
5. Ορισμένοι νομίζουν ότι οι τσούκαρ συμπεριφέρονται στο βουνό με τον ίδιο τρόπο που συμπεριφέρονται .όσο βρίσκονται στους κλωβούς
ΠΗΓΗ : Περιοδικό Κυνηγεσία και Κυνοφιλία
Photo : Internet
ΕΠΑΝΩ-UP
© Giorgio Peppas