Welcome in Greece
ΚΥΝΗΓΙ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ KΑΙ ΟΧΙ ΜΟΝΟ
Welcome in Greece
 Welcome in Hellas 
 

ΑρχικήInitial ΠίσωBack

Κυνήγι λαγού και αγριόχοιρου .
Χαρακτηριστικά κι κυνηγετική συμπεριφορά των κυνηγών στο νομό Δράμας.



Ευστάθιος Παν. Τσαχαλίδης
Αν. Καθηγητής Δημοκρίτειο ιο Θράκης

O άνθρωπος αξιοποιεί τους ανανεώσιμους φυ-σικοΰς πόρους με διάφορες μορφές, είτε με τη μορφή της θήρας είτε με με τη μορφή της υπαίθριας αναψυχής όπως: πεζοπορία περιβαλλοντική ενημέρωση, αναρρίχηση, φωτογράφηση, εκγύμναση του κυνηγόσκυλου κλπ.

Η θήρα αποτελεί μια πανάρχαιη και παραδοσιακή δραστηριότητα που ασκείται στην Ελλάδα από 260.000 περίπου άτομα. Δεν αποτελεί πλέον βιοποριστικό μέσο όπως τα παλιά χρόνια, αλλά μία μορφή υπαίθριας αναψυχής και σωματικής άσκησης. Η δραστηριότητα αυτή συμβάλλει στην εθνική οικονομία και τονώνει ιδιαίτερα την περιφερειακή ανάπτυξη, κυρίως κατά τη χειμερινή περίοδο.
Η ορθή διαχείριση των θηραματικών πόρων, με κύριο σκοπό την αειφορική χρήση τους, απαιτεί και πληροφορίες που σχετίζονται άμεσα με τη συμπεριφορά του χρήστη κυνηγού.
Διότι η κατάσταση ενός οικοσυστήματος δεν επηρεάζεσαι μόνο από τις λειτουργίες της βιοκοινότητας (πανίδα-χλωρίδα), αλλά και από τη συμπεριφορά του ανθρώπου που δραστηριοποιείται μέσα στο περιβάλλον. Συνεπώς τα διαχειριστικά μέτρα δεν θα πρέπει να εστιάζονται μόνο στη βελτίωση των ενδιαιτημάτων για την αύξηση του θηράματος αλλά και στη βελτίωση της κυνηγετικής συμπεριφοράς.

Ένα από τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του κυνηγού είναι και η κυνηγετική προτίμηση, δηλαδή το είδος του θηράματος που συνήθως προτιμά να θηρεύει. Με βάση την κυνηγετική προτίμηση, οι κυνηγοί διακρίνονται σε διάφορες κατηγορίες.
Μία τέτοια κατηγορία αποτελούν οι λαγοκυνηγοί, αυτοί που προτιμούν να ασχολούνται συνήθως ή μόνο με τη θήρα του λαγού, και μία άλλη οι γου-ρουνοκυνηγοί. Το κυνήγι του αγριόχοιρου σε σύγκριση με το λαγό παρουσιάζει ορισμένες ιδιαιτερότητες,

Το κυνήγι του αγριόχοιρου είναι:

    α) επίπονο, διότι ασκείται κυρίως κατά την περίοδο που οι καιρικές και εδαφομορφολογικές συνθήκες είναι δυσμενείς και τραχείες και συνεπώς οι κυνηγοί πρέπει να έχουν πολύ καλή φυσική κατάσταση για να αντιμετωπίζουν τις δυσκολίες
    β) χρονοβόρο, διότι απαιτεί χρόνο για την μετακίνηση στα κυνηγοτόπια και την αναγνώριση της περιοχής καθώς και για την προετοιμασία της ομάδας πριν την έναρξη του κυνηγίου,
    γ) οργανωτικό, διότι συνήθως διεξάγεται κατά μεγάλες ομάδες και απαιτεί συντονισμό των μελών τους για να είναι αποτελεσματική η προσπάθεια και δ) δαπανηρό, διότι οι κυνηγοί πρέπει να μετακινηθούν σε μεγάλες αποστάσεις, όπου υπάρχουν τα κατάλληλα ενδιαιτήματα του είδους.

Τόσο ο λαγός (Lepus europeus), όσο και ο αγριόχοιρος (Sus scrofa), απαντούν σε όλη την ηπειρωτική Ελλάδα. Οι ορεινοί όγκοι της βόρειας Ελλάδας αποτελούν έναν από τους καλύερους βιότοπους και κυρίως της Ανατολικής Μακεδονίας, όπου ανήκει και ο υπό έρευνα νομός.
Για τους Έλληνες κυνηγούς ο λαγός και ο αγριόχοιρος αποτελούν, σε μεγάλο ποσοστό, παραδοσιακά και σημαντικά είδη θηραμάτων.
Με βάση τα στοιχεία που προέκυψαν από σχετική μελέτη (διαχρονική κάρπωση και αφθονία θηραμάτων), που αναφέρεται σε όλη την επικράτεια για το διάστημα 1994-2002, διαπιστώνεται ότι από τα τριχωτά θηράματα ο λαγός είναι πρώτος σε κυνηγετική προτίμηση και ακολουθεί ο αγριόχοιρος με μεγάλη διαφορά.

Σχετική έρευνα που πραγματοποιήθηκε στο νομό Δράμας επιβεβαιώνει την παραπάνω διαπίστωση.
Η προτίμηση των ντόπιων κυνηγών για το λαγό και τον αγριόχοιρο ανέρχεται σε 42,8% και 18,5% αντίστοιχα. Ειδικότερα, οι κυνηγοί που ασχολούνται μόνο με το κυνήγι του λαγού αποτελούν το 19.6% και το υπόλοιπο (23,3%) ασχολείται κυρίως με το λαγό και περιστασιακά με τον αγριόχοιρο.
Επίσης, οι κυνηγοί που ασχολούνται μόνο με το κυνήγι του αγριόχοιρου ανέρχονται σε 12,2% και το υπόλοιπο (6,2%) ασχολείται κυρίως με τον αγριόχοιρο και περιστασιακά με τον λαγό.
Συνολικά στο νομό Δράμας με το κυνήγι των τριχωτών θηραμάτων ασχολείται το 61,3% των κυνηγών του νομού.

Κάθε χρόνο, το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων εκδίδει τη ρυθμιστική απόφαση που αφορά το κυνήγι στην Ελλάδα και καθορίζει μέσα σε αυστηρά πλαίσια τους κατά χρόνο, χώρο, αριθμό και είδος περιορισμούς. Ειδικά εαν για το κυνήγι των παραπάνω ειδών ισχύουν οι παρακάτω περιορισμοί:
Η θήρε'υση του είδους επιτρέπεται από 15/9 μέχρι 10/1 για το λαγό και μέχρι 20/1 για τον αγριόχοιρο, (4 μήνες περίπου) και μόνο τρεις φορές την εβδομάδα (Τετάρτη, Σάββατο και Κυριακή).
Κάθε λαγοκυνηγός επιτρέπεται να θηρεύει κατά την κυνηγετική έξοδο του μόνο ένα (1) λαγό και κάθε ομάδα γουρουνοκυνηγών επιτρέπεται να θηρεύει κατά την κυνηγετική έξοδο μόνο δύο (2) αγριόχοιρους.

Σκοπός της εργασίας που αναλάβαμε ήταν να μελετηθούν τα χαρακτηριστικά και η κυνηγετική συμπεριφορά των κυνηγών που ασχολούνται μόνο με το κυνήγι του λαγού ή μόνο με το κυνήγι του αγριόχοιρου στο νομό Δράμας κατά το έτος 2002 και να συγκριθούν αυτά μεταξύ τους, για να διαπιστωθεί ποιες ενδεχόμενες διαφορές υπάρχουν μεταξύ των δύο αυτών κατηγοριών κυνηγών.
Η εργασία αυτή πραγματοποιήθηκε το έτος 2002 στο νομό Δράμας, που θεωρείται από τους πλουσιότερους σε τριχωτά θηράματα. Η συγκέντρωση των στοιχείων έγινε στους κατά τόπους Κυνηγετικούς Συλλόγους του νομού κατά την περίοδο θεώρησης των αδειών θήρας.
Το δείγμα καθορίσθηκε με προδειγματολη-ψία και αποτελείται από 320 ερωτηματολόγια προερχόμενα από τους 3975 κυνηγούς του νομού Δράμας για το έτος 2002. Τα ερωτηματολόγια συμπληρώθηκαν πριν από την έναρξη της κυνηγετικής περιόδου (20 Αυγούστου), με προσωπική συνέντευξη.
Ορισμένες ερωτήσεις είχαν σχέση με την ηλικία, κυνηγετική πείρα, επίπεδο μόρφωσης, επάγγελμα, ετήσιο εισόδημα, τόπο κατοικίας, οικογενειακή κατάσταση, κατοχή κυνηγόσκυλου, συχνότητα θεώρησης κυνηγετικής άδειας, με- ση απόσταση μετακίνησης, συχνότητα εξόδου ανά εβδομάδα και ημέρες διανυκτέρευσης.

Με βάση την σχετική ερώτηση, κατά την ανάλυση των στοιχείων διαπιστώθηκε ότι, από το σύνολο των 320 ερωτηματολογίων, οι κυνηγοί (63) που προτιμούν μόνο με το κυνήγι του λαγοΰ αποτελούν το 19,6%, ενώ αυτοί (39) που προτιμούν να κυνηγούν μόνο το αγριογούρουνο ανέρχονται σε 12,2% του συνόλου των κυνηγών .
Επίσης, από τα στοιχεία και με βάση το στατιστικό δείγμα, διαπιστώνεται ότι στο νομό Δράμας η μέση ηλικία των λαγοκυνηγών είναι 41,7 έτη και των γουρουνοκυνηγών 39,4 έτη (δηλ. μικρότερη κατά 2,3 έτη), ενώ η μέση κυνηγετική πείρα στους γουρουνοκυνηγούς είναι μεγαλύτερη κατά 0,6 έτη (16,5 έτη οι λαγοκυνηγοί και 17,1 έτη οι γουρουνοκυνηγοί).
Όσον αφορά το επίπεδο μόρφωσης των κυνηγών, από τα στοιχεία του πίνακα διαπιστώνεται ότι και στις δύο κατηγορίες κυνηγών, το μεγαλύτερο ποσοστό είναι του δημοτικού με μεγαλύτερο αυτό των λαγοκυνηγών (50%). Χαρακτηριστικό είναι το υψηλό ποσοστό (10,3%) των γουρουνοκυνηγών που έχουν επίπεδο μόρφωσης τριτοβάθμιας εκπαίδευσης.
Αναφορικά με τον τόπο κατοικίας και την οικογενειακή κατάσταση των κυνηγών του νομού Δράμας, το μεγαλύτερο ποσοστό και στις δύο κατηγορίες κατοικεί στο χωριό και είναι παντρεμένοι.
Οι γουρουνοκυνηγοί σε σχέση με τους λαγοκυνηγούς μετακινούνται σε πολύ μεγαλύτερες αποστάσεις. Η μέση απόσταση μετακίνησης των γουρουνοκυνηγών του νομού ανέρχεται σε 68 Km, ενώ των λαγοκυνηγών σε 47Km.

Όσον αφορά τη συχνότητα εξόδου για κυνήγι, η πλειονότητα των γουρουνοκυνηγών (51%) πραγματοποιεί περισσότερες από δύο εξόδους την εβδομάδα, με μέση συχνότητα εξόδου 2,46, ενώ η πλειονότητα (63%) των λαγοκυνηγών πραγματοποιεί μία έξοδο την εβδομάδα με μέση έξοδο συχνότητα εξόδου 1,39.Ο μέσος αριθμός ημερών διανυκτέρευσης ανά γουρουνοκυνηγό είναι 11,5 ημέρες, ενώ οι λαγοκυνηγοί δεν πραγματοποιούν καμία διανυκτέρευση.

Όλα τα παραπάνω δείχνουν ότι οι γουρουνοκυνηγοί σε σχέση με τους λαγοκυνηγούς είναι μία διαφορετική κατηγορία κυνηγών, που είναι νεότεροι στην ηλικία, έχουν καλύτερο επίπεδο μόρφωσης, η πλειονότητα τους (56,4%) ασκεί αστικά επαγγέλματα (Δημόσιος Υπάλληλος, Ελεύθερος Επαγγελματίας και Ιδιωτικός. Υπάλληλος), έχουν υψηλότερο εισόδημα, μετακινούνται σε μεγαλύτερες αποστάσεις και βγαίνουν για κυνήγι περισσότερες φορές. Τα χαρακτηριστικά αυτά δείχνουν μία κατηγορία κυνηγών, που διατίθενται να καταβάλει μεγαλύτερο κόστος και κόπο.

Τα αποτελέσματα της έρευνας, θα συμβάλουν στη χάραξη θηρευτικής πολιτικής, ώστε η θηρευτική δραστηριότητα να ασκείται στα πλαίσια μιας βιώσιμης ανάπτυξης καθώς και στην εκτίμηση του μέσου κόστους θήρας του λαγού και αγριόχοιρου ανά κυνηγό καθώς και στην αξιολόγηση της συμβολής της κυνηγετικής δραστηριότητας στην περιφερειακή ανάπτυξη με τη μορφή του εσωτερικού τουρισμού κατά την μη συμβατική τουριστική περίοδο.

ΕΠΑΝΩ

© Giorgio Peppas